Ο καλός ο νοικοκύρης προετοιμάζονταν για τα Χριστούγεννα από το καλοκαίρι.
Τον Ιούλιο μήνα μεριμνούσε να αποκτήσει ένα μικρό γουρουνάκι, ώστε να το μεγαλώσει και να είναι έτοιμο για τις Άγιες μέρες.
Συνήθως δεν το αγόραζε αλλά του το φίλευε κάποιος χωριανός που είχε γουρούνια.
Το γουρουνάκι μεγάλωνε στην αυλή του σπιτιού,οικόσιτο δηλαδή,και ήταν μέρος της οικογένειας. Τρέφονταν με τα αποφάγια της οικογένειας, φασόλια, καρπούζια,πεπόνια, ντομάτες, πατάτες,κρέας αλλά και γάλα κατσίκας,σνάδια(πίτουρα)και άλλα Γκουρμέ εδέσματα!!! Οικολογικό και βιολογικό 100%.
Στο χωριό το στοίχημα ήταν ποια οικογένεια θα παχύνει περισσότερο το γουρουνάκι ώστε να φτάσει τους 100 οκάδες(128 κιλά )
Βλέπετε η φτώχεια δεν έδινε και πολλά περιθώρια για χαμηλότερα κιλά!!!
Η συμβίωση διαρκούσε μέχρι παραμονές των Χριστουγέννων οπότε το μεγάλο πια γουρούνι θα άφηνε τον μάταιο τούτο κόσμο,χαρίζοντας το πολύτιμο βαρύ κορμί του για τη διατροφή της οικογένειας. Την παραμονή με το κρέας του γουρουνιού κρεμασμένο στο τσιγκέλι μέσα στο υγρό κατώγι του σπιτιού άρχιζαν και οι προετοιμασίες για το τραπέζι των Χριστουγέννων.
Τα πολλά κιλά στο γουρούνι είχαν τη λογική να υπάρχει πολύ λίπος(ξίγκι) ώστε να το αξιοποιήσουν αναλόγως για διάφορες μαγειρικές. Το λίπος το αφαιρούσαν με μεγάλη μαεστρία φέτες- φέτες αφήνοντας πάνω του και λίγο ψαχνό για να το κάνουν Τσιγαρίδες.
Το έβραζαν επί ώρες πολλές μέχρι να λιώσει αρκετά.Το ζωμό που έμενε από το λιώσιμο τον αποθήκευαν σε μεγάλα γυάλινα ή πήλινα δοχεία. Μέσα σε αυτό το λίπος αποθήκευαν τα πολύ παλιά χρόνια το βραστό κρέας,κάτι σαν ψυγείο για να τρώνε τις υπόλοιπες ημέρες και μήνες.
Συνήθως όμως το λίπος το χρησιμοποιούσαν ως βούτυρο σε διάφορα φαγητά. Αυτό που θυμάμαι καλά είναι Τραχανόπιτα και ήταν πεντανόστιμη ή τηγανητά αυγά με αυτό το λίπος. Μμμμμ απίστευτη νοστιμιά!!!
Στην κατσαρόλα αφού έπερναν το λίπος έμεναν τα κομματάκια του οι ονομαζόμενες τσιγαρίδες. Τις τσιγαρίδες τις τρώγαμε ανήμερα των Χριστουγέννων μετά την Εκκλησία και τις επόμενες μέρες, αν είχαν περισσέψει φυσικά!
Απο τα εντόσθια του γουρουνιού φτιάχνουμε το σπληνάντερο. Χρησιμοποιούμε το συκώτι,την καρδιά,την σπλήνα,την πάνα(μπόλια)λωρίδες ξύγκι,σκόρδο,αλατοπίπερο,και το παχύ έντερο.
Το έντερο το πλένουμε πολύ καλά έως να ασπρίσει από την καθαριότητα.
Κόβουμε όλα τα υλικά σε στενόμακρες λωρίδες και τα τυλίγουνε με την πάνα ,αφού έχουμε βάλει σκόρδο για να σπάσει τη μυρωδιά και αλατοπιπερώσει. Εν συνεχεία την μια άκρη του εντέρου τη γυρνάμε λίγο προς τα μέσα και με ένα πιρούνι βάζουμε τα τυλιγμένα υλικά έως ότου περάσουν όλα μέσα στο έντερο. Το σπληνάντερο μας είναι έτοιμο.
Απο το γουρούνι μας έμεινε το κεφάλι. Και αυτό δεν πετάγονταν!!
Το κάνανε πατσά(πηχτή). Δύσκολη δουλειά για τη γυναίκα νοικοκυρά του σπιτιού.
Πολύ βράσιμο ώρες πολλές, μετά το ξεψάχνιζε αφαιρώντας τα Κόκκαλα, κρατώντας το λίπος και τα ψαχνά.
Πολύ ξίδι και κάμποσο σκόρδο για να σπάει τη μυρουδιά και ξανά βράσιμο ώσπου να γίνει πηχτό ,ζελέ και να κολλάει! Σπέσιαλ μεζές για λίγους και καλοφαγάδες!!! Μερικοί στα του κεφαλιού πρόσθεταν και τα αυτιά και τα ποδαράκια.Έτσι ο μεζές αποκτούσε περισσότερη γεύση και γινόταν ποιο «γκουρμέ».
Την ημέρα των Χριστουγέννων και μετά την εκκλησία, στο τζάκι που έκαιγε, ψήνανε τη πρώτη σούβλα σπληνάντερο.
Όλο το χωριό έψηνε εκείνη την ώρα και η μυρωδιά που το σκέπαζε σου έκοβε ευχάριστα την ανάσα.
Η καλύτερη και ποιο ευχάριστη μυρωδιά τις εποχής. Αυτό το πρόγευμα συνοδεύονταν και με λίγες τσιγαρίδες,σπιτικό τυρί και κόκκινο κρασί από το κατώγι που επιμελώς είχε φροντίσει να έχει η οικογένεια. Αλλά και να μην είχε, είχε ο γείτονας και θα τη φίλευε μια Νταμπιζάνα για το καλό της ημέρας. Το μεσημέρι το γεύμα συνήθως είχε κάτι άλλο από χοιρινό. Ίσως μια παχιά κότα βραστή σούπα,αυγό κομμένη με σπιτικά αυγά με μπόλικο λεμόνι και κατακίτρινη από το αυγό. Άλλοι ίσως έφτιαχναν χοιρινό κοκκινιστό με τραχανά.
Η νοικοκυρά είχε φροντίσει από την προηγούμενη να ζυμώσει και να ψήσει στο ξυλόφουρνο της ψωμί αλλά και το Χριστόψωμο,με το Σταυρό σχηματισμένο στη μέση και για διάκοσμο καρύδια και αμύγδαλα,που θα έπαιρνε θέση στο Χριστουγεννιάτικο τραπέζι.
Το βράδυ και κάθε βράδυ η οικογένεια γύρω από το τζάκι θα έψηνε το κοντοσούβλι, μικρά κομμάτια χοιρινού κρέατος περασμένα στη μικρή σούβλα και με συνοδεία καλού κρασιού ζούσε την ευτυχία της!!!
Τα κάλαντα της παραμονής τα έλεγαν τα παιδιά του δημοτικού και τα λίγο μεγαλύτερα. Πήγαιναν σε όλα τα σπίτια ξεκινώντας από τις 5 τα χαράματα.Άλλοτε έπαιρναν δίφραγκα,τάλιρα, και πολλές φορές κουραμπιέδες και σοκολατάκια. Στα καφενεία οι άντρες θαμώνες και ο καφετζής δίνανε κάτι παραπάνω κάνοντάς τους και μικρά καψονάκια λέγοντας να τα πούνε όλα τα λόγια. Που όμωςεκείνα!την κοπανάγανε για άλλο σπίτι. Μαζεύανε αρκετά χρήματα και κάνανε με αυτά κάποια μικρά όνειρα…!!!
-Στα μακρινά χρόνια του -1940–1950 και 1960 οι προετοιμασίες ήταν ίδιες αλλά η φτώχεια και η ταλαιπωρία μεγαλύτερη.
Το εφευρετικό μυαλό των πιτσιρικάδων όμως ήταν στα καλύτερα του. Περιμένανε πως και πως να έρθουν τα Χριστούγεννα για να σφαχτούν τα γουρούνια.
Μπάλες ως γνωστών δεν υπήρχαν για να παίζουν. Από το γουρούνι αυτό των Χριστουγέννων έπαιρναν τη φούσκα(ουροδόχο κύστη)την φούσκωναν,όπως το μπαλόνι,την κύλαγαν μέσα στη
στάχτη για να στεγνώσει και με αυτήν έπαιζαν ποδόσφαιρο!!! Τα χρόνια εκείνα επίσης ειναι γνωστό οτι δεν υπήρχαν ψυγεία. Πως θα συντηρούσαν το ωμό κρέας του γουρουνιού;
Το πάστωναν. Σε δοχεία είτε γυάλινα είτε πήλινα το τοποθετούσαν κομμένο σε κομμάτια και το σκέπαζαν στρώση – στρώση με χοντρό αλάτι.
Το αλάτι το έψηνε και έτσι διατηρούνταν για πολλούς μήνες.
Σήμερα όλα έχουν αλλάξει. Στα χωριά μας όμως ακόμα και σήμερα κάποιες παραδόσεις συνεχίζονται και κάποιες όχι.
-Χρόνια πολλά σε όλους τους συμπολίτες μου,καλά Χριστούγεννα,αγαπημένα χρόνια να έχουμε με υγεία και εμπνευσμένα όνειρα με επίκεντρο τον άνθρωπο και το κοινωνικό σύνολο.
Παναγιώτης Ηλ. Χολής.
Σχετικά Άρθρα
Βόνιτσα: Κλοπή καμπάνας
Άγρια Άλογα στην Ορεινή Ναυπακτία!
Πιτσιναίικα: Έκοβε ξύλα και… πέθανε