H παγκόσμια οικονομία μετά την πανδημία

Η παγκόσμια οικονομία κάποια στιγμή θα ανακάμψει από την τρέχουσα οικονομική κρίση. Όμως, τίποτε δεν θα είναι ίδιο με πριν.

  • Από πολλές πλευρές είναι η πιο εντυπωσιακή συρρίκνωση της παγκόσμιας οικονομίας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τον Ιούνιο το ΔΝΤ προέβλεψε ότι η παγκόσμια οικονομία θα συρρικνωθεί κατά περίπου 5%. Για να καταλάβουμε το μέγεθος αρκεί να αναλογιστούμε ότι το 2009, πάνω στη μεγάλη ύφεση που προκάλεσε η χρηματοπιστωτική κρίση, η παγκόσμια οικονομία συρρικνώθηκε κατά 0,1%.

Πρόσφατα το ΔΝΤ διόρθωσε λίγο προς τα πάνω στην πρόβλεψή του, μιλώντας για συρρίκνωση 4,4%, χαμηλώνοντας όμως και την πρόβλεψη για ανάκαμψη το 2021 σε 5,2%. Σε κάθε περίπτωση απέχουμε πολύ από την πρόβλεψη πριν την πανδημία για ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας κατά 3% το 2020.

Ωστόσο, είναι πιθανό να έχουμε και πάλι διόρθωση των εκτιμήσεων προς τα κάτω καθώς οι ευρωπαϊκές χώρες αντιμέτωπες με το δεύτερο κύμα της πανδημίας προχωρούν σε νέο γύρο περιοριστικών μέτρων, κάτι που αναμένεται να οδηγήσει και σε ένταση των υφεσιακών τάσεων.

Οι αριθμοί δεν ευημερούν πλέον…
Τα δεδομένα εντυπωσιάζουν. Για πρώτη φορά τα τελευταία 60 χρόνια θα έχουμε συρρίκνωση και των χωρών χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος που στις προηγούμενες οικονομικές κρίσεις διατήρησαν ρυθμούς ανάπτυξης. Ως αποτέλεσμα η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι 89 εκατομμύρια επιπλέον άνθρωποι θα βρεθούν στην απόλυτη φτώχεια. Άλλοι, που δεν χρησιμοποιούν το εξαιρετικά χαμηλό όριο της Παγκόσμιας Τράπεζας (1,9 δολάρια την ημέρα), θεωρούν ότι η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη.

Η αύξηση της ανεργίας, έστω και εάν υπάρχει τώρα μια μικρή βελτίωση ήταν εντυπωσιακή. Τον Απρίλιο για πρώτη φορά εδώ και 50 χρόνια το ποσοστό των αμερικανών ηλικίας 25-54 με εργασία, έπεσε κάτω από το 70%. Στο δεύτερο τρίμηνο του 2020 το ένα έκτο των νέων παγκοσμίως έχασε τη δουλειά του. Παράλληλα, εκτιμάται ότι θα αυξηθεί και η ανισότητα, παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με το ΔΝΤ περίπου 1.7 δισεκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως έλαβαν κάποιου είδους επιπλέον κοινωνικές μεταβιβάσεις.

Και τα πράγματα θα ήταν ακόμη χειρότερα, εάν οι χώρες δεν είχαν προχωρήσει σε έναν χωρίς προηγούμενο δημόσιο δανεισμό για να μπορέσουν να καλύψουν τις ανάγκες για τα προγράμματα οικονομικής ενίσχυσης, συμπεριλαμβανομένων αυτών που καλύπτουν τις απώλειες εισοδήματος.

Η πρόβλεψη του ΔΝΤ είναι ότι στις αναπτυγμένες χώρες ο λόγος δημοσίου χρέους / ΑΕΠ θα αυξηθεί από το 105% στο 125%, ενώ στις αναπτυσσόμενες από 55% στο 65%. Και πάλι τυχόν μεγάλος γύρος περιοριστικών μέτρων για το δεύτερο κύμα μπορεί να οδηγήσει και σε επιπλέον ανάγκες δανεισμού.

Και βέβαια δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τις αρνητικές επιπτώσεις στην εκπαίδευση και κατ’ επέκταση στη συσσώρευση «ανθρώπινου κεφαλαίου». Η UNESCO εκτιμά ότι περισσότεροι από 1,6 δισεκατομμύρια μαθητές και φοιτητές επηρεάστηκαν από τα κλειστά σχολεία και πανεπιστήμια, με τα πλήγματα να είναι μεγαλύτερα στις πιο φτωχές κοινωνικές κατηγορίες, μια που οι γονείς αυτών δεν μπορούν να πληρώσουν για να αντισταθμίσουν τα κενά του εκπαιδευτικού συστήματος.

Οι αλλαγές που θα μείνουν και την επόμενη μέρα
Η πανδημία ήδη επιταχύνει αλλαγές που θα μείνουν και την επόμενη μέρα. Οι καταναλωτές ήδη στρέφονται στο ηλεκτρονικό εμπόριο και είναι πιθανό να μην επιστρέψουμε ποτέ στα προηγούμενα επίπεδα εμπορίου με τον παραδοσιακό τρόπο. Ο κλάδος της εστίασης και της ψυχαγωγίας επίσης δεν θα είναι ο ίδιος, καθώς ακόμη και εάν τα εστιατόρια, τα καφέ και τα μπαρ επιστρέψουν στην προηγούμενη συνθήκη, δεν είναι δεδομένο ότι π.χ. οι κινηματογράφοι θα αποκτήσουν ξανά το ίδιο κοινό ύστερα από δύο σεζόν όπου οι άνθρωποι θα έχουν προτιμήσει τις υπηρεσίες on line streaming.

Αντίστοιχα, δεν είναι βέβαιο ότι ο κλάδος του τουρισμού απλώς θα επιστρέψει στην προηγούμενη κατάσταση, παρότι πάρα πολλοί άνθρωποι περιμένουν το τέλος της πανδημίας για να ταξιδέψουν ξανά.  Οι αεροπορικές εταιρείες έχουν υποστεί τεράστια πλήγματα, έχουν μειώσει ήδη το προσωπικό και θα χρειαστεί καιρός να ανακάμψουν, την ώρα που σχετικά σύντομα είναι πιθανό να κληθούν να αντιμετωπίσουν και νέους περιβαλλοντικούς αυτή τη φορά περιορισμούς.

Οι εταιρείες ταυτόχρονα αλλάζουν στρατηγική. Η πανδημία έδειξε ότι οι εφοδιαστικές αλυσίδες που στηρίζονται στην παγκοσμιοποίηση είναι ευάλωτες σε καταστάσεις όπως η πανδημία. Οι εταιρείες προσπαθούν ταυτόχρονα να έχουν περισσότερες εναλλακτικές λύσεις ως προς τους προμηθευτές τους και ταυτόχρονα τους θέλουν και πιο κοντά.

Την ίδια στιγμή οι εταιρείες υψηλής τεχνολογίας βρίσκονται σε ανάπτυξη. Η πανδημία έκανε πολύ περισσότερους ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν τη σημασία των ψηφιακών πλατφορμών και εφαρμογών, είτε για το εμπόριο είτε για ένα μεγάλο φάσμα υπηρεσιών. Ας μην ξεχνάμε τον όγκο διοικητικών διαδικασιών, τραπεζικών πράξεων, εκπαιδευτικών πρακτικών ακόμη και ιατρικών διαγνώσεων και συμβουλών που σήμερα διεξάγονται διαδικτυακά, κάτι που με τη σειρά του συνεπάγεται και αυξημένες απαιτήσεις τεχνολογικών υποδομών και άρα περισσότερες δουλειές για τις εταιρείες που προσφέρουν εφαρμογές και υποδομές.

Δεν θα επιστρέψουν όλες οι χώρες σε ανάκαμψη με τον ίδιο ρυθμό
Η πανδημία αποτυπώνει και τις άνισες δυναμικές που υπάρχουν στην παγκόσμια οικονομία. Καταρχάς υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε οικονομίες που στηρίζονται στη βιομηχανία και οικονομίες που στηρίζονται στις υπηρεσίες.

Η παραγωγή βιομηχανικών προϊόντων είναι πιο εύκολο να συνεχιστεί ακόμη και εν μέσω μιας πανδημίας, όπως και η κατανάλωσή τους, ιδίως με την επέκταση και του ηλεκτρονικού εμπορίου. Δεν είναι το ίδιο με τις υπηρεσίες, ιδίως εκείνες που στηρίζονται στην άμεση εξυπηρέτηση των ανθρώπων «πρόσωπο με πρόσωπο». Κάποιες υπηρεσίες μπορούν να προσαρμοστούν σε πρακτικές εξ αποστάσεως, όχι όμως όλες.

Έπειτα οι διαφορετικοί ρυθμοί αντιμετώπισης της πανδημίας σημαίνουν και διαφορετικές οικονομικές προοπτικές. Η Κίνα φάνηκε ότι μπορούσε να περιορίσει την πανδημία, χάρη και στις πολύ μεγάλες δυνατότητες επιτήρησης, ελέγχου και επιβολής που έχει το κινεζικό κράτος, με αποτέλεσμα να έχει επιστρέψει πιο γρήγορα σε μια πιο «κανονική» ζωή, στην επανεκκίνηση της οικονομίας και σε θετικούς ρυθμούς, με δεδομένο το μεγάλο βάθος που έχει η ίδια η κινεζική αγορά.

Αντίθετα, η ευρωπαϊκή οικονομία υπέστη το αρνητικό σοκ της άνοιξης και τώρα μένει να δούμε τα αποτελέσματα των νέων περιοριστικών μέτρων που κλιμακώνονται, ενώ και οι ΗΠΑ παρά τα σημάδια βελτίωσης αργούν ακόμη να ανακάμψουν.

Μια παγκόσμια οικονομία πιο διαιρεμένη παρά ποτέ
Η παγκόσμια οικονομία είχε μπει σε μια τροχιά διαμόρφωσης ανταγωνιστικών πόλων ήδη από το 2017. Ουσιαστικά, η λογική του εμπορικού πολέμου ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα σε αυτό κατέτεινε. Το ίδιο και η πίεση παγκοσμίως για μικρότερη εξάρτηση από την κινεζική τεχνολογία, ή για περιορισμό της επέκτασης των «νέων δρόμων του μεταξιού» που θέλει το Πεκίνο και των επενδύσεων που εντάσσονται στη στρατηγική «μία ζώνη, ένας δρόμος».

Μόνο που η πανδημία με τις διαφορετικής αποτελεσματικότητας εθνικές στρατηγικές για την αντιμετώπισή της, τον κατακερματισμό των προσπαθειών για το εμβόλιο και τις αλλαγές που φέρνει στις εφοδιαστικές αλυσίδες έρχεται να συναντήσει τις πρακτικές οικονομικού πολέμου και να διαμορφώσει έναν κόσμο πιο κατακερματισμένο.

Άλλωστε  και το πιο προχωρημένο υποτίθεται εγχείρημα οικονομικής συνεργασίας, η ΕΕ και άργησε παραδειγματικά να συμφωνήσει σε κοινό πακέτο μέτρων και αυτών ήταν τελικά κατώτερο των αρχικών προσδοκιών.

Ο κόσμος της εργασίας πληρώνει το τίμημα
Σε κάθε περίπτωση αυτοί που δείχνουν σε πρώτη φάση να πληρώνουν το τίμημα είναι οι εργαζόμενοι. Αντιμετωπίζουν την αύξηση της ανεργίας και την πιθανή μόνιμη απώλεια θέσεων εργασίας. Γνωρίζουν ότι κάποια στιγμή τα προγράμματα κρατικής ενίσχυσης, συχνά αρκετά γενναιόδωρα, θα τελειώσουν και τότε θα πρέπει να αντιμετωπίσουν μια αγορά εργασίας πιο δύσκολη. Βλέπουν τις επιχειρήσεις να θέλουν να παγιώσουν πρακτικές τηλεργασίας και πολύ πιο ευέλικτες εργασιακές σχέσεις. Καλούνται να αποδεχτούν την προοπτική μειωμένων αποδοχών σε κλάδους που έχουν ήδη πληγεί την ώρα που βλέπουν τις ατομικές περιουσίες των σύγχρονων “captains of industry” να διογκώνονται ακόμη και μέσα στην πανδημία.

Η στρατηγική αμηχανία
Σε μεγάλο βαθμό όλοι ελπίζουν απλώς για την επιστροφή στην κανονικότητα έστω και με καθυστέρηση. Είναι αλήθεια ότι σε αντίθεση με άλλες εποχές δεν δαιμονοποιήθηκαν οι κρατικές παρεμβάσεις και γενικά θεωρήθηκε ότι δεν είναι εποχή λιτότητας, κάτι που σηματοδοτεί μερική τομή με το παρελθόν. Όμως, ο πυρήνας της συλλογικής σκέψης των υπευθύνων οικονομικής πολιτικής, ιδίως στη «Δύση» είναι ότι κατά βάση απλώς χρειάζεται πιο αποτελεσματική ενεργοποίηση των μηχανισμών της αγοράς.

Μόνο που αυτό παραβλέπει ότι η πανδημία δεν ήταν ένα «κακό διάλειμμα», αλλά συνθήκη που συναντήθηκε με ενεργές αντιφάσεις της παγκόσμιας οικονομίας και υπαρκτή στρατηγική κρίση του νεοφιλελευθερισμού ως βασικής πολιτικής μεθοδολογίας. Και αυτό θέτει και τα όρια της όποιας ανάκαμψης.

Παναγιώτης Σωτήρης

in.gr