Ο Ναυπάκτου Ιερόθεος για την Κοίμηση του Μητροπολίτη Καστοριάς Σεραφείμ

Ἡ κοίμηση τοῦ Μητροπολίτου Καστορίας Σεραφείμ μέ πόνεσε πολύ. Παρακολουθοῦσα στενά τήν ἐξέλιξη τῆς ὑγείας του, καί κάθε ἡμέρα τοῦ τηλεφωνοῦσα στό Νοσοκομεῖο γιά νά μάθω τά σχετικά μέ τήν θεραπεία του. Ἐκδηλωτικός καθώς ἦταν καί ὑπερβολικά συναισθηματικός μοῦ ἔλεγε: «Μέ σκλαβώσατε, Γέροντα. Σᾶς εὐγνωμονῶ ἀπό τήν καρδιά μου».

  • Σέ ἕνα τηλεφώνημά μου μοῦ εἶπε ὅτι κάθε ἡμέρα στό Νοσοκομεῖο ἔκανε τίς ἱερές Ἀκολουθίες, τό Ἀπόδειπνο καί τήν Παράκληση τῆς Παναγίας. Μάλιστα, μοῦ ἐμπιστεύθηκε ὅτι κά­ποια ἡμέρα εἰσῆλθε στόν θάλαμο μιά νοσηλεύτρια, πρίν εἰσαχθῆ στήν Μονάδα Ἐντατικῆς Θεραπείας, καί ρώτησε ἄν εἶχαν ἀνάψει θυ­μίαμα, γιατί εὐωδίαζε ὁ θάλαμος. Τότε ὁ ἴδιος διεπίστωσε ὅτι εὐωδίαζε ἕνα μικρό κουτάκι μέ κάποια λείψανα πού εἶχε κάτω ἀπό τό μαξιλάρι του. Αὐτό δείχνει τήν ἀγάπη του πού εἶχε στά ἱερά λείψανα, πού τά ἔλαβε μαζί του καί στό Νοσοκομεῖο. Τώρα πού τό σκέφτομαι αὐτό, καταλαβαίνω ὅτι ἴσως αὐτή ἡ εὐωδία ἦταν ἔνδειξη ὅτι τόν ἤθελε ὁ Θεός στήν οὐράνια θεία Λειτουργία, γιατί εὐαρεστήθηκε ἀπό τήν ζωή του.

Τό τελευταῖο τηλεφώνημα πού τοῦ ἔκανα ἦταν τό Σάββατο 19 Δεκεμβρίου. Μοῦ εἶπε ὅτι εἶχε ἀνεβάσει πυρετό καί ἐπειδή εἶχε χαμηλό ὀξυγόνο θά τοῦ ἔβαζαν ὀξυγόνο. Ἀπό τότε δέν εἶχα ἄλλη ἐπικοινωνία μαζί του, γιατί εἰσῆλθε στήν Μονάδα Ἐντατικῆς Θεραπείας, καί μάθαινα γιά τήν ἐξέλιξη τῆς ἀσθενείας του ἀπό τόν Μητροπολίτη Σισανίου Ἀθανάσιο, καλό πνευματικό του υἱό.

Μέ τόν μακαριστό πλέον Μητροπολίτη Καστορίας Σερα­φείμ γνωριζόμασταν ἀπό τότε πού ὑπηρετούσαμε καί οἱ δύο στήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν, κατά τήν Ἀρχιεπισκοπεία τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ. Ὅταν τό 1987 μετατέθηκα ἀπό τήν Ἱερά Μητρόπολη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας στήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν, ἐκεῖνος ἦταν Ἐφημέριος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀχαρνῶν καί ἐγώ ὑπηρετοῦσα ὡς Ἱεροκήρυξ καί Διευθυντής Νεότητος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν. Ἤδη τόν γνώριζα καί προηγου­μένως ὡς διάκονο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Σεραφείμ, ἀλλά τότε πού ἔγινε Πρεσβύτερος γνωρισθήκαμε καλύτερα.

Ὁ τότε Ἀρχιμ. Σεραφείμ Παπακώστας εἶχε πολλές ἐσωτε­ρικές ἀναζητήσεις. Ἦταν φιλακόλουθος, φιλάγιος, φιλό­θεος καί φιλάνθρωπος, σεβόταν τόν ἱερό θεσμό τῆς Ἐκκλησίας καί ἀγαποῦσε τήν Πατερική Ὀρθόδοξη θεολογία καί τόν μοναχισμό. Μέ αὐτό τό πνεῦμα μέ πλησίασε ἀπό τούς πρώτους Ἱερεῖς τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς, καί μέ ρωτοῦσε γιά διάφορα θεολογικά καί ἐκκλησιαστικά θέματα.

Παρατήρησα ὅτι ροφοῦσε ἀχόρταγα ὅ,τι τοῦ ἔλεγα καί τό ἐπα­νελάμβανε στά κηρύγματά του, διάβαζε τά βιβλία μου καί ἀπομνημόνευε θεολογικές ἔννοιες, ὁρολογίες καί κυρίως ἦταν ἔνθερμος ὑποστηρικτής τῆς ἡσυχαστικῆς θεολογίας, ὅπως τήν ἐξέφραζε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς.

Μοῦ τηλεφωνοῦσε κάθε ἡμέρα, κυριολεκτικά, καί μέ ἐρωτοῦσε διάφορα ἐκκλησιαστικά καί θεολογικά θέματα, καί ἀναπαυόταν ἐσωτερικά, ἀφομοίωνε δέ ὅ,τι τοῦ ἔλεγα καί μοῦ φαινόταν σάν νά ἔκανα ἕνα «θεολογικό φροντιστήριο» σέ ἕναν κληρικό.

Μάλιστα, ἐκεῖνον τόν καιρό ἔγραφα τήν βιογραφία γιά τόν Γέροντά μου ἅγιο Καλλίνικο, πού ἐκδόθηκε ἀργότερα μέ τίτλο «Κό­σμημα τῆς Ἐκκλησίας», καί ὁ π. Σεραφείμ ἔδειχνε ἐνδιαφέρον νά τήν διαβάση στό χειρόγραφο, γιά νά δῆ πῶς ἀσκεῖ τήν Ἐπισκοπική διακονία ἕνας ἅγιος Μητροπολίτης. Ἐνθουσιαζόταν πολύ ἀπό τήν μελέτη τοῦ κειμένου αὐτοῦ καί μοῦ τηλεφωνοῦσε γιά νά ἐκφράση τόν ἐνθουσιασμό του. Ἔβλεπα ὅτι ξεχώριζε ἀπό πολλούς ἄλλους Κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπι­σκοπῆς Ἀθηνῶν, ὡς πρός τήν ἀσκητική καί ἡσυχαστική ζωή.

Ὡς κέντρο τῆς ποιμαντικῆς του διακονίας εἶχε τόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀχαρνῶν. Τό πρωί ἦταν στόν Ναό, λειτουργοῦσε τίς ἑορτές, στήν συνέχεια πήγαινε στήν Ἱερά Σύνοδο, καί τό ἀπόγευμα παρευρισκόταν πάλι στόν Ἱερό Ναό γιά νά τελέση τόν Ἑσπερινό, νά ἐξομολογήση τά πνευματικά του παιδιά, νά ἀσκήση τήν ποι­μαντική του διακονία. Καρποί αὐτῆς τῆς ἱερατικῆς του διακο­νίας, μεταξύ τῶν ἄλλων, εἶναι ὁ νῦν Μητροπολίτης Σιατίστης Ἀθανάσιος, τότε μικρό παιδί καί φοιτητής, πάντα πρόθυμος, γελαστός καί σοβαρός, καί ὁ ἀδελφός του Νικόλαος νῦν Πρωτο­σύγ­κελλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Καστορίας. Ἐπίσης, ἐπί τῶν ἡμερῶν του ἐκεῖ ὑπηρετοῦσε ὡς Διάκονος ὁ νῦν Μητροπολίτης Νικοπόλεως καί Πρεβέζης κ. Χρυσόστομος.

Εἶχα σαφῆ γνώση τῆς διακονίας του στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Νικολάου, γιατί γιά ἕνα διάστημα ἐνοικίαζα ἕνα διαμέρισμα κοντά στόν Ἱερό Ναό, ὁπότε μέ τήν δική του παρότρυνση ὁμιλοῦσα κάθε Τετάρτη στό Πνευματικό Κέντρο τοῦ Ναοῦ, λειτουργοῦσα στό ἐνδιάμεσο τῆς ἑβδομάδος σέ ἑορτές ἁγίων, καί ἐξομολογοῦσα τούς ἀνθρώπους πού κατηύθυνα πνευματικά.

Ὁ Ἀρχιμανδρίτης Σεραφείμ Παπακώστας ἐνθουσιαζόταν καί χαιρόταν γι’ αὐτό τό ἔργο μου σάν παιδί, ἦταν πραγματικά ἕνα παιδί στόν ἐσωτερικό του κόσμο, καί μερικές φορές, ὅταν εἶχε κάτι ἐπεῖγον, ἐξομολογεῖτο σέ ἐμένα. Τό ἔκανε αὐτό, ὅταν συλλειτουργούσαμε καί πρίν τήν θεία Λειτουργία μοῦ ἔλεγε τούς λογισμούς του καί τοῦ διάβαζα τήν συγχωρητική εὐχή, γιατί ἤθελε νά λειτουργῆ μέ καθαρή συνείδηση.

Τήν ἐποχή ἐκείνη βρισκόμουν σέ δύσκολη θέση, ἀφοῦ εἶχε προηγηθῆ ἡ κοίμηση τοῦ ἁγίου Γέροντός μου Καλλινίκου καί ἔμεινα πνευματικά ὀρφανός, μετακινήθηκα ἀπό τήν Ἔδεσσα στήν Ἀθήνα σέ ἄγνωστο γιά μένα περιβάλλον, κυρίως ἐκκλησιαστικό, ἀλλά καί κοινωνικό.

Στίς δύσκολες αὐτές ἡμέρες ὁ Ἀρχιμανδρίτης Σεραφείμ Παπακώστας ἦταν γιά μένα μιά ὄαση πνευματική. Ὁ Ναός τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀχαρνῶν ἦταν καί γιά μένα μιά ἐκκλησιαστική πνευματική ἀναψυχή, γι’ αὐτό τόν ὀνόμαζα «Ἅγιο Νικόλαο Ἀναπαυσᾶ». Εἶναι γνωστή ἡ Ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀναπαυσᾶ στά Μετέωρα, ἀλλά ἔτσι χαρακτήριζα τόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Νικολάου Ἀχαρνῶν, γιατί μέ ἀνέπαυε πνευματικά, καί αὐτό ὀφειλόταν στόν Προϊστάμενο τοῦ Ναοῦ Ἀρχιμανδρίτη Σεραφείμ Παπακώστα. Στίς διάφορες ἑορτές μέ καλοῦσε στό σπίτι του, στό ἑορταστικό τραπέζι μέ τούς ἁπλούς καί εὐλαβεῖς γονεῖς του.

Ἀργότερα μοῦ συμπαραστάθηκε ὡς ἀδελφός στήν ἐκλογή καί χειροτονία μου σέ Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου, μοῦ ἔδωσε νά φορέσω δικό του φελόνι στό μεγάλο Μήνυμα καί πρίν τήν χειροτονία μου, μέ προσκάλεσε στήν πρώτη ἀρχιερατική Λειτουργία στόν Ἅγιο Νικόλαο, χαιρόταν σάν μικρό παιδί καί μέ «φόρτωσε» δῶρα ἀπό τό ὑπέροχο φιλότιμό του καί τόν καρδιακό ἐνθουσιασμό του. Συμπαραστάθηκε στήν ἐνθρόνισή μου, διάβασε τήν ἐγκύκλιο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, κατά τήν τελετή τῆς ἐνθρονίσεως καί χαιρόταν γιά τήν ἐκλογή μου. Φυσικά, τό ἀνταπέδωσα μετά ἀπό λίγο στήν δική του ἐκλογή καί χειροτονία σέ Μητροπολίτη Καστορίας.

Ὡς ἀδελφοί Μητροπολίτες εἴχαμε διαρκῆ ἐπικοινωνία γιά φλέγοντα ἐκκλησιαστικά καί θεολογικά θέματα, ἀποδεχόταν πλήρως τόν λόγο μου, μέ σεβόταν πολύ, μέ ὀνόμαζε πάντοτε ὡς Γέροντα καί συντονιζόμασταν σέ ὅλα τά ζητήματα, θεολογικά καί ἐκκλησιαστικά. Σηκώσαμε τόν ἴδιο σταυρό τῆς ἐπισκοπικῆς διακονίας στίς Μητροπόλεις μας. Παρακολουθοῦσα τό Ἐπισκοπικό του ἔργο ὡς Μητροπολίτου, ὅπου ἐκδίπλωσε ὅλα τά ἐσωτερικά του χαρίσματα.

Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Καστορίας Σεραφείμ ἦταν ἄρχοντας στήν συμπεριφορά του, ἀλλά καί ἕνα μικρό παιδί, εὐαίσθητος ἄνθρωπος καί δραστήριος, φιλόξενος καί ἀγαπητός Δεσπότης καί πατέρας, θυσιαστικός ἐκκλησιαστικός ποιμενάρχης καί ἔνθερμος πατριώτης, φιλακόλουθος καί δραστήριος ποιμαντικά, φιλάγιος καί φιλαγιορείτης, ἀσκητής, ἡσυχαστής καί ἀνοιχτόκαρδος, ὁρμητικός καί ταπεινός. Εἶχε πολλά χαρίσματα, σέ πληθωρικό βαθμό.

Ἡ κοίμησή του μέ ἐλύπησε πολύ, γιατί ἡ ἐπί γῆς Ἐκκλησία ἔχασε ἕναν τίμιο καί ἀγαθό Ἐπίσκοπό της, ἀλλά ὁ οὐρανός κέρδισε ἕνα ἐξαγιασμένο Ἐπίσκοπο. Καί ἐγώ ἔχασα ἕναν ἐκλεκτό φίλο καί ἀδελφό, ἀλλά κέρδισα ἕνα εὐλογημένο Ἱεράρχη, πού βρίσκεται στήν οὐράνια Ἱεραρχία γιά νά πρεσβεύη γιά μένα καί γιά ὅλους μας.

Στήν μνήμη μου ὁ Μητροπολίτης Καστορίας Σεραφείμ μένει ὡς ἕνας ἀγαθός καί φιλάγιος ἀδελφός καί ἐκλεκτός φίλος.–

Τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου