Είναι εξαιρετικά χρήσιμο να συναντιέσαι με «όμορφους» ανθρώπους, σε αναζωογονεί. Και γράφω «χρήσιμο», γιατί οτιδήποτε άλλο και αν γράψει κανείς, δεν θα προσδιορίζει με τόση ακρίβεια την αλήθεια μιας τέτοιας συνάντησης. Είναι «χρήσιμες» αυτές οι συναντήσεις, γιατί η επικοινωνία με «όμορφους» ανθρώπους, σε φέρνει σε επαφή με την αισθητική της αρμονίας και του μέτρου, «χρήσιμες», γιατί αν και οι ανάγκες της καθημερινότητας τείνουν να σε κάνουν να ξεχάσεις όλα εκείνα που συμβαίνουν πάνω και κάτω από τις χρόνιες συνήθειές τους, είναι αυτές που έρχονται να σου θυμίσουν ότι ο αέρας, τα αρώματα, τα τοπία και οι γεωγραφίες των ανθρώπων είναι εκεί, είναι δίπλα σου και το μόνο που έχεις να κάνεις για να τις «περπατήσεις», είναι να βγάλεις τα παπούτσια σου και να ανοιχτείς στην εξερεύνησή τους.
- Μια συνάντηση του Λ. Τηλιγάδα, με την Ευσταθία Γρέντζελου και τον Γιώργο Αθανασόπουλο.
Συναντηθήκαμε σε ένα αγαπημένο στέκι και των τριών στην πόλη, νωρίς το απόγευμα και μέχρι να τελειώσει αυτή η συνάντηση, είχε ήδη νυχτώσει. Όλες αυτές τις ώρες το μαγνητόφωνο ήταν ανοιχτό και αποθήκευε μέσα στην ψηφιακή του διάσταση, τις σιωπές και τις λέξεις μιας συνάντησης που είναι αδύνατον σήμερα να αποτυπωθεί σε αυτή την ανάρτηση σε όλο της το εύρος. Το μόνο που θα επιχειρήσει αυτή η γραπτή καταγραφή είναι να προσπαθήσει να «φωτίσει», όσο το δυνατόν πιο πιστά, τους διαδρόμους για να ιχνηλατήσει τη δομή ενός μουσικού σχήματος, που λειτουργεί σε αυτή την πόλη καταλύοντας αρκετές φορές τις δικές του σταθερές, καθώς και τις σταθερές των ειωθότων, για να συνθέσει και να ανασυνθέσει τους ήχους, τις μελωδίες και τις αρμονικές των συστημάτων της ομορφιάς και του ονείρου, που κρύβει η μουσική τους.
Σήμερα στη συνέντευξη της Δευτέρας, η Ευσταθία Γρέντζελου και ο Γιώργος Αθανασόπουλος: η δίδυμη ψυχή με άλλα λόγια του μουσικού σχήματος «Άτροπον».
Ο Γιώργος και η Ευσταθία, όπως ίσως κάποιοι γνωρίζετε δεν όμως μόνο καλλιτεχνικό ζευγάρι, είναι και σύντροφοι στη ζωή. Για το λόγο αυτό δεν θα τους ξεχωρίσουμε στη συνομιλία μας. Σε αυτή τη συνέντευξη θα λειτουργήσουν μαζί.
Τέλος. Αν θέλετε να διαβάσετε αυτή τη συνέντευξη με το ρυθμό που γράφτηκε, παραλείψτε τις ερωτήσεις και συμπληρώστε το γραπτό λόγο με τους ήχους που θα συναντήσετε στην ανάγνωσής. Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για να διαβαστεί αυτή η συνέντευξη όπως της ταιριάζει.
Πόσο χρόνια είναι σε λειτουργία οι «Άτροπον;
Οι «Άτροπον» λειτουργούν εδώ και δεκαπέντε χρόνια. Βέβαια το σχήμα έχει περισσότερα χρόνια ζωής, αφού η αρχή του βρίσκεται στην Αθήνα, όταν και οι δυο μας ζούσαμε και εργαζόμασταν εκεί.
Εξ όσων μπορώ να γνωρίζω, όλα αυτά τα χρόνια και μέσα από το σχήμα έχετε συνεργαστεί με μια σειρά οργανοπαίχτες-δημιουργούς. Πόσο δημιουργικό για σας και για το σχήμα ήταν οι συναντήσεις αυτές;
Το σχήμα ήταν πάντα ανοιχτό στις συνεργασίες, διατηρώντας όμως μέσα στα χρόνια τον ίδιο πυρήνα που το δημιούργησε και το χαρακτήρισε. Οι αλλαγές αυτές βέβαια δεν ήταν μόνο στους συνεργάτες. Υπήρξαν αλλαγές και στον τρόπο, στο ύφος δηλαδή παραγωγής του ήχου του. Άνοιξε το ρεπερτόριό του, δούλεψε πάνω σε καινούργια ηχοχρώματα, ακολούθησε τις επιρροές μας και ταξίδεψε μαζί τους σε καινούργιους μουσικούς τόπους. Όλα ξεκινούν πάντα από το ζητούμενο, που κάθε φορά είναι το ίδιος: ο ήχος.
Στην αναζήτηση αυτού του ήχου έρχονταν και κούμπωναν τα όργανα και οι οργανοπαίχτες τους και όλοι μαζί ανεξάρτητα από τις μουσικές σπουδές του καθένα (κλασσικές, φόλκ κ.ά.) καταφέρναμε και πετυχαίναμε ένα συγκερασμό που ταίριαζε σε όλους μας. Ήταν η παράδοση, ήταν το τάγκο, ήταν οι μουσικές της Μεσογείου, η φολκ αίσθηση των μικρών τόπων, το πάντρεμα όλων αυτών με τη Δύση. Ήταν μια μουσική πορεία που ρέει μέσα μας και μας κάνει χαρούμενους και δημιουργικούς. Μέσα σε αυτή βρίσκονται οι αναζητήσεις μας, η ωριμότητά μας, τα χρώματα του κόσμου, που γίνονται δικά μας. Το ευτύχημα είναι ότι αυτή τη ροή την αντιλαμβάνεται και ο κόσμος μας, που γίνεται συμμέτοχος και κοινωνός. Είμαστε εξαιρετικά ευτυχείς γι’ αυτό.
Πως λειτουργεί η μουσική μνήμη στους «Άτροπον» και ποια η αλληλεπίδραση με τα σύγχρονα μουσικά ακούσματα;
Στους «Ατροπον» μέσα χωρούν οι ήχοι που έρχονται από πολύ παλιά για να ακουστούν με τους όρους και τους κώδικες της σύγχρονης αντίληψης για τη μουσική και το τραγούδι. Είναι ένας συνεχής μετασχηματισμός τη μουσικής μνήμης και των ακουσμάτων των συντελεστών του, οι οποίοι όμως ζουν και λειτουργούν σε χρόνο ενεστώτα, όχι στο παρελθόν, όχι και στο αόριστο.
Το ζητούμενο δηλαδή δεν είναι να εκφραστούμε αποκλειστικά με την παραδοσιακή μουσική. Άλλωστε η «παράδοση» αν δεν μετασχηματιστεί σε κάτι νέο, κάτι σημερινό, απλά θα είναι το μουσειακό είδος που θα σβήσει κάποια στιγμή. Χρησιμοποιούμε παραδοσιακά ηχοχρώματα, φόρμες και ρυθμούς, ωστόσο μας συγκινεί εξίσου και ο σύγχρονος ήχος αρκεί να ταιριάζει με τη γενικότερη αισθητική και ταυτότητά μας.
Αυτή την εποχή μέσα μας συντελείται μια διαδικασία ανάγνωσης της σιωπής. Είναι μια περίοδος εσωστρέφειας παραγωγικής. Είναι μια διαδικασία τακτοποίησης των μέσα μας «συρταριών». Γυρίζουμε στις φυλαγμένες μουσικές στο συρτάρι, σε στίχους που έχουν ειπωθεί με διάφορους τρόπους και αρκετές φορές, αλλά τώρα ήρθε ο καιρός της τελικής στουντιακής καταγραφής τους. Είναι ένας ολόκληρος μηχανισμός που δουλεύεται για να κρατήσεις ενεργές εκείνες τις ποιότητες που χρειαζόμαστε για να αναπνεύσουμε μια καλύτερη αναπνοή. Είναι μια διαδικασία ιδιοτελής, η οποία συμβαίνει, για να στηριχτεί η ζωή που θέλουμε να ζήσουμε και όχι αυτή που μας επιβάλλουν οι συνθήκες, οι φοβίες και οι καιροί.
Πόσο οι άκαμπτες πολλές φορές καθημερινές αναγκαιότητες καθορίζουν τη λειτουργία του σχήματος;
Σήμερα όλα μοιάζουν να ορίζονται από τις σταθερές του σούπερ μάρκετ, του φαρμακείου, της αγοράς…
Και το «υπόλοιπο»; Πού πάει το «υπόλοιπο», το διαφορετικό, το απρόοπτο;
Εκείνο που είναι κάπως εφιαλτικό στις μέρες μας, είναι το γεγονός, ότι ζούμε σε ένα κόσμο γεμάτο ερωτήματα με δεδομένες όμως τις απαντήσεις· λες και η απάντηση προϋπάρχει του ερωτήματος.
Είναι κι αυτά τα «κουστουμάκια συμπεριφοράς» που φοράμε: αυτούς τους πληθυντικούς ευγενείας που μας κρατάνε μακριά από την αλήθεια των σχέσεων.
Μέσα από αυτό, και για την αντιμετώπιση αυτών των καθημερινών ψυχώσεων οι «Άτροπον» έχουμε επιλέξει εδώ και χρόνια τη μικρή οικογενειακή βιοτεχνία παραγωγής μουσικής έκφρασης. Με αυτόν τρόπο έχουμε καταφέρει να ασκούμε μια λειτουργία προφυλαγμένη από την ανάγκη του βιοπορισμού· άλλωστε αυτή την ανάγκη έχουμε μάθει να την καλύπτουμε με διαφορετικούς τρόπους.
Τα τελευταία χρόνια έχετε αναπτύξει και οι δύο στο πλαίσιο της Κ.Ε.Δ.Α. δύο μουσικά τμήματα, ένα για την εκμάθηση παραδοσιακών οργάνων και ένα φωνητικό σύνολο, η δουλειά των οποίων έχει αποσπάσει τα εύσημα πολλών, ακόμα και έξω από την πόλη του Αγρινίου. Φέτος που η κανονικότητα της ζωής μας, έχει αλλάξει άρδην, έχει επηρεαστεί καθόλου η λειτουργία τους;
Υπήρχε ένα «κράτημα» φέτος πριν την έναρξη. Ο προβληματισμός σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία ήταν αν θα υπάρξουν νέα μέλη στα σχήματα και κατά πόσο η επιθυμία της έκφρασης θα μπορέσει να νικήσει το φόβο των ημερών. Τελικά και στα δύο σχήματα στα οποία δουλεύουμε έχουν έρθει οι άνθρωποι με τον κανόνα του μέτρου, που είναι η μάσκα. Συμμετέχουν ακόμα και με αυτό τον ασυνήθιστο τρόπο, Γιατί θεωρούμε, ότι η επιθυμία για μια μεγαλύτερη αναπνοή είναι ισχυρότερη από το φόβο. Είναι μια προσπάθεια ασφαλής για να διατηρηθεί η κανονικότητα της επαφής με τη μουσική, με την τέχνη, που καταφέρνει και ξεπερνάει, τις όποιες φοβίες, μόνο και μόνο για να μην χαθεί η δυνατότητα της συνάντησης και της έκφρασης.
«Agrinio 365» Media Group – AgrinioTimes.gr, Antenna-Star.gr
Σχετικά Άρθρα
Ανοιχτό Θέατρο Αγρινίου: Δίνει την ευκαιρία σε άνδρες και γυναίκες να ασχοληθούν με τον χώρο
Αγρίνιο – «Photopolis»: Προβολή μαθητικών ταινιών μικρού μήκους
Σπεράντζα Βρανά: Άγνωστες πτυχές από τη ζωή της Μεσολογγίτισσας ηθοποιού