Άρθρο του Γιώργου Βαρεμένου για τον Μίκη Θεοδωράκη

«Είχα την τύχη να είμαι φίλος με τον Γιάννη Θεοδωράκη, αυτόν τον σημαντικό ποιητή και δημοσιογράφο, που ήταν προορισμένος να ζήσει στην σκιά του γίγαντα αδελφού του, αλλά που δεν τον ενοχλούσε το γεγονός, ούτε τον ένοιαξε ποτέ.

  • Είχαμε τα ίδια πάθη με τον Γιάννη, ιδίως σε ό,τι αφορούσε την πολιτική με τον ιερό ζήλο του ερασιτέχνη. Στον Γιάννη δεν άρεσε ποτέ να μιλάει για τον εαυτό του και την τέχνη του, ούτε προσπάθησε να πάρει κάτι από τον αδελφό του που δεν ανήκε στον ίδιο.

Σε αντίθεση με τον Γιάννη, δεν γνώρισα ιδιαιτέρως τον Μίκη από κοντά, αλλά τόσο όσο ήταν αρκετό για να πάρω μία πολύ μικρή γεύση από το μέγεθος και τις αντιφατικότητες της τεράστιας προσωπικότητάς του. Γνώρισα για πρώτη φορά τον Μίκη Θεοδωράκη σε ένα μέρος που δεν φαντάσθηκα ότι θα μπορούσε να τον συναντήσει ποτέ κανείς, ιδιαίτερα από εκείνους που πέρασαν τα καλύτερά τους χρόνια στην Αριστερά. Μέσα στο υπουργείο για μία συνέντευξη, που κύλισε ως εξής: ο Μίκης όρθιος να πηγαινοέρχεται μέσα στο γραφείο και να μιλάει κουνώντας τα χέρια, λες και διηύθυνε την ορχήστρα των σκέψεων και των συναισθημάτων του. Πιθανώς να του είχε πει ο Γιάννης από πού κρατάει η σκούφια μου και, χωρίς να τον ρωτήσω κάν για το θέμα, προχώρησε σε μία καταβύθιση στην ιστορία και στα εσωτερικά πάθη του ΚΚΕ και της Αριστεράς. Ο μονόλογός του είχε μία δραματικότητα, δεδομένου και του χώρου στον οποίον είχε οδηγηθεί, αυτός ένας κομμουνιστής και αντιστασιακός από τα μικράτα του. Εκτελώντας ως νεολαίος ταπεινές αποστολές, όπως φερ΄ ειπείν να πηγαίνω προς συλλογή υπογραφών κείμενα για τον αφοπλισμό, είχα γνωρίσει και άλλα ιερά τέρατα της Αριστεράς, όπως τον ολιγόλογο Μάνο Κατράκη. Εδώ όμως ήμουν μπροστά σε έναν ορμητικό ποταμό, που ήταν ικανός να παρασύρει τα πάντα στο διάβα του.

Ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν ο κανακάρης και ταυτόχρονα ο άσωτος υιός για την Αριστερά. Φεύγοντας από το γραφείο, σκέφθηκα κάτι στο οποίο πάντα καταλήγαμε όταν ο μουσουργός της Τέχνης και της πολιτικής κλόνιζε με τις αιρετικές του θέσεις τις νεανικές ιδεαλιστικές μας απολυτότητες: «Αυτός είναι ο Μίκης!» Όταν έριχνε ένα βότσαλο στην λίμνη, προκαλούσε τρικυμία. Όπως όταν κάποια φορά, μπροστά σε κάποιο από τα απονενοημένα πολιτικά του διαβήματα, ο παρά τον Χαρίλαο -τότε- Μίμης Ανδρουλάκης παρώθησε την ταπεινότητά μου να γράψει μια ανοικτή επιστολή προς τον Μίκη, η οποία δημοσιεύθηκε -αν θυμάμαι καλά- ως βασικό θέμα στην εφημερίδα “Πρώτη”.

Ο Μίκης περίσσευε από κάθε είδους καλούπια και είχε μία άποψη για την εθνική ενότητα που κάθε φορά ενοχλούσε και μοιραία κάποιους άφηνε απ’ έξω. Ήταν όμως ο Μίκης ο φορέας του ελληνικού πολιτισμού και ταυτόχρονα οικουμενικός. Εκείνος που έφερε τους ποιητές στο πεζοδρόμιο, κάτω απ’ τις σημαίες του αγώνα, αλλά και στις γειτονιές των παιδιών και στα βάσανα των λαϊκών ανθρώπων.

Ενέπνευσε συναδέλφους του μουσικούς και εκπαίδευσε γενηές τραγουδιστών. Καλλιτέχνης ψηλών κορυφών, αλλά και πολιτικό άτι χωρίς πολλές φορές γκέμια, είχε επίγνωση ότι πολλά από τα προβλήματά μας είχαν τις ρίζες τους στις πολιτιστικές μας ανεπάρκειες.

Ακριβώς τώρα που φεύγουν οι Μεγάλοι και μικροί φαίνεται να παίρνουν το παιγνίδι στα χέρια τους, η Ελλάδα ευγνωμονούσα τον συνοδεύει με τις ευχές της στο αιώνιο ταξίδι».