Γεωργία Τριανταφύλλου: «Θέλω και πραγματικά πιστεύω ότι μπορώ να προλάβω τα πάντα όσα επιθυμώ. Δε θα ζήσω δύο φορές, οπότε αξίζει τον κόπο να αγγίζω κάθε φορά τα όριά μου!»
Έχουν περάσει δύο χρόνια από την πρώτη φορά που συνάντησα την Υψίφωνο Γεωργία Τριανταφύλλου στο Ωδείο Σύγχρονης Τέχνης στο Αγρίνιο, όπου και εργάζεται ως Μουσικολόγος. Η φήμη της ως μια καταξιωμένη και διάσημη Σοπράνο, είχε δημιουργήσει στο μυαλό μου την εικόνα μιας καλλιεργημένης και ευγενικής γυναίκας, η οποία έχει δουλέψει σκληρά και με αίσθηση εύθηνης απέναντι στον εαυτό της και στο κοινό της.
Τελικά, διαπίστωσα ότι η Γεωργία Τριανταφύλλου δεν είναι μόνο αυτά. Είναι ο άνθρωπος που σε κερδίζει αμέσως, με το εγκάρδιο χαμόγελό της, την ζωντάνια της, την αισιοδοξία της, την αμεσότητά της κατά τη διάρκεια της διδακτικής διαδικασίας και κυρίως με το πάθος που την διακρίνει σε όλα: Στη δουλειά της, στην καριέρα της, στην καθημερινότητά της ακόμη. Και φυσικά με το πολύπλευρο ταλέντο της, το οποίο ξεδιπλώνεται μέρα με τη μέρα σε ακόμη περισσότερες μορφές τέχνης.
Από αυτά που συζητήσαμε στο πλαίσιο της «Συνέντευξης της Δευτέρας», για τις ιστοσελίδες του «Agrinio365» Media Group αλλά και από το λίγο καλύτερα που την γνώρισα μιλώντας μαζί της, όντας καλεσμένη μου στο studio του Antenna Star, μπορώ με βεβαιότητα να πω ότι η Γεωργία Τριανταφύλλου κρύβει επίσης μέσα της έναν πολύ ευαίσθητο και βαθιά σκεπτόμενο άνθρωπο, ο οποίος έχει φιλοσοφήσει τη ζωή και έχει καταφέρει να ξεχωρίσει την καλή πλευρά της κάνοντάς την στόχο ζωής.
Συνέντευξη στη Νάντια Μπούτα
- Κυρία Τριανταφύλλου, πώς ξεκίνησε η σχέση σας με τη μουσική και την φωνητική τεχνική; Η μουσική ήταν μονόδρομος για εσάς;
Στο σπίτι μου είχα μουσικά ερεθίσματα, λόγω του ότι οι γονείς μου ήταν φιλόμουσοι και παρακολουθούσαν πλήθος διαφορετικών μουσικών ειδών. Όταν ήμουν μικρή, ο πατέρας μου είχε μετατεθεί στην περιοχή της Πλάκας των Αθηνών -όντας αστυνομικός κι απόστρατος στο βαθμό του Στρατηγού αργότερα- κι ορίστηκε υπεύθυνος για την περιοχή του Ηρωδείου, όπου μπορούσαμε καθημερινά να παρακολουθούμε παραστάσεις με τη μητέρα και τα αδέλφια μου.
Μαγεύτηκα έκτοτε από τις παραστατικές Τέχνες κι όντας στο Γυμνάσιο πια, αποφάσισα να ξεκινήσω κλασική κιθάρα. Μου άρεσε να τραγουδώ με την κιθάρα μου και μου προτείναν στο Δημοτικό Ωδείο Λαμίας, όπου πρωτοξεκίνησα, να ξεκινήσω μαθήματα φωνητικής, πράγμα το οποίο το δέχτηκα με χαρά κι ενθουσιασμό. Η πρώτη μου εμφάνιση ήταν στα 15 μου σε ένα αφιέρωμα στον Γιώργο Ζαμπέτα στο Δημοτικό Θέατρο Λαμίας επί Σκουρολιάκου.
Ακολούθησαν κι άλλες μικρές ή μεγαλύτερες συνεργασίες όσο ήμουν μαθήτρια κι αρκετές διακρίσεις σε Πανελλήνιους μαθητικούς αγώνες φωνητικής και κιθάρας, που με ενθάρρυναν να περάσω στο τμήμα Μουσικών Σπουδών του Ε.Κ.Π.Α. (σ.σ. Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών) και πλέον ναι, η μουσική ήταν ο μονόδρομος που επέλεγα συνειδητά να βαδίσω!
- Ξεκινήσατε να εμφανίζεστε επαγγελματικά σε πολύ μικρή ηλικία. Μιλήστε μου γι’ αυτή την εμπειρία. Κατά πόσο η οικογένειά σας στήριξε και ενθάρρυνε την απασχόλησή σας με τη μουσική και την όπερα;
Ο πατέρας μου είχε ενδοιασμούς και -όντας η νοοτροπία της εποχής- μου έλεγε πως είναι σύμφωνος με τις επιλογές μου, εφόσον αποφασίσω να σπουδάσω μουσική και να διδάσκω μόνιμα κάπου με σταθερό μισθό. Τότε δούλευα διαφορετικά και ήμουν ενθουσιασμένη και γεμάτη ενέργεια, ώστε να αντιτεθώ σε αυτή τη θέση του. Βέβαια, όντας πια μαμά δις, θα επιθυμούσα επαγγελματική ασφάλεια για τα παιδιά μου σε συνδυασμό με τη δική τους επιθυμία.
Ενθάρρυνση υπήρχε λοιπόν, εφόσον μπορούσα να καλύψω και τις δικές μου επιθυμίες και τις δικές τους προσδοκίες, πράγμα, το οποίο έκανα για καιρό, όσο άντεχα… Πολλές ώρες εργασίας, πολύ μελέτη και πολλά όνειρα, που ένα -ένα εκπληρώνονταν με προγραμματισμό, τρέξιμο και αδιάκοπη εργασία.
Άλλωστε, αισθανόμουν πως η όπερα και η τεχνική της δυτικότροπης φώνησης ήταν από μόνη της πρωταθλητισμός, πράγμα που επηρέαζε την οντότητά μου ολιστικά. Επιβαλλόμουν στο σώμα και στο πνεύμα μου κι έπρεπε ο τρόπος αυτός επιβολής μου, να γίνεται ανώδυνα και υποστηρικτικά από το περιβάλλον μου. Σε αυτή μου την πειθαρχία, τα μαθήματά μου στο Πανεπιστήμιο ήταν οι σημαντικότεροι αρωγοί, γι αυτό και συνέχισα σε ερευνητικό επίπεδο πια με το μεταπτυχιακό μου και το διδακτορικό.
- Τα τελευταία χρόνια ξεκινήσατε να γράφετε τραγούδια, μουσικά παραμύθια, μουσικά δρώμενα κ.α. Ποια εσωτερική σας ανάγκη σάς ώθησε σε αυτό;
Οι τεράστιες και πολλαπλού επιπέδου αλλαγές στη ζωή μου τα τελευταία κυρίως χρόνια, επέφεραν πλήθος νέων ευθυνών και υποχρεώσεων, οι οποίες κάπως έπρεπε να εξωτερικευτούν. Οι άνθρωποι είμαστε σαν τους «υπερήρωες» των παραμυθιών, ο καθένας έχει τη δική του δύναμη να σώσει τον κόσμο ή να τον βοηθήσει σε ένα μικρό, αλλά σημαντικό μέρος της καθημερινότητάς του.
Η δική μου δύναμη να συνεισφέρω είναι μέσω της καλλιτεχνικής δημιουργίας και μέσω του θεάματος και της διδασκαλίας. Η κινητήριος δύναμη που με ωθεί να δημιουργήσω οτιδήποτε, είναι η τεράστια κραυγή αγωνίας για ένα καλύτερο αύριο, σε ένα κόσμο που μοιάζει να παρασύρεται από το «φαίνεσθαι» και να αγνοεί το ζηλευτό και μοναδικό του «είναι»…
- Πείτε μου για μια «συνάντηση» στη ζωή σας η οποία σημάδεψε την καλλιτεχνική σας εξέλιξη και θα σας μείνει αξέχαστη.
Η Μαρία Φαραντούρη, παρότι δεν ανήκει στο χώρο της όπερας, με συγκλόνισε σαν προσωπικότητα, γνωρίζοντας τη και τραγουδώντας σε μία συναυλία μαζί της στην Παλλήνη το 2008. Νομίζω ότι είναι από τους πιο προσγειωμένους κι εκλεκτούς καλλιτέχνες του τόπου τούτου.
Δεν μπορώ να μην αναφέρω και την κυρία Τζένη Δριβάλα φυσικά, που με βοήθησε πολλαπλώς όλα αυτά τα χρόνια και είναι μία από τις σημαντικότερες υψιφώνους της γενιάς της.
- Έχετε δώσει πλήθος συναυλιών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ποια ήταν η πιο χαρακτηριστική, η κορυφαία στιγμή στην καλλιτεχνική σας πορεία μέχρι σήμερα, όπως εσείς την βιώσατε;
Μου άρεσε πολύ η συνεργασία μου με τη Ζωή Τηγανούρια και την ομάδα της εδώ στην Ελλάδα, όπως επίσης και η περιοδεία μας στην ομογένεια με φίλους -από κάποια στιγμή κι έπειτα- μουσικούς, έχοντας το Λουισβιλ- KY ως βάση των Η.Π.Α. κατά τα έτη 2013-2014.
Παράγοντας επιτυχίας θεωρώ πως είναι και η συνεργασία μου με τον επίσης συνεργάτη και μουσικολόγο Δημήτρη Δημόπουλο, όπου τραγούδησα έργα του στην Αυστρία στο Φεστιβάλ Σύγχρονης Μουσικής Chelle–Mulley.
Σαφώς θα μπορούσα να αναφέρω την Τραβιάτα του Βέρντι ως κορυφαία στιγμή πραγμάτωσης ενός ονείρου που είχα, αλλά συνειδητοποίησα, ότι έχω ανάγκη μια ευρύτερη χρήση της λυρικής φωνής και των δυνατοτήτων της προς επικοινωνία με το κοινό μου, γι’ αυτό κι εστιάζω σε συνεργασίες, που η αίγλη της οπερατικής κουλτούρας, δημιουργεί νέα εντυπωσιακά είδη, τα οποία φαίνεται πως η κοινωνία σήμερα τα έχει ανάγκη…
- Ποια είναι τα «όχι» που είπατε, στο βωμό της καριέρας;
Ό,τι θίγει το ήθος του ανθρώπου και ό,τι θίγει την ιδιοσυγκρασία της προσωπικότητας μου είναι μονομιάς αρνητικό. Δε δεχόμουν άσχημες συμπεριφορές μαέστρων ή έντονες ενδείξεις υπεροχής. Μπορούσα να πω «όχι» έχοντας ασφάλεια -οικονομική- βέβαια από το περιβάλλον του σχολείου και της διδαχής, αλλιώς ίσως θα ήταν μονόδρομος ο συμβιβασμός. Είναι ποιότητα να έχεις επιλογές κι αυτό πάντα γίνεται στην Τέχνη.
- Τι μουσική ακούτε όταν είστε μόνη; Υπάρχει καλή και κακή μουσική, κατά τη γνώμη σας; Τι θα χαρακτηρίζατε ως «καλή μουσική»;
Είναι αναγκαία και χρηστικά όλα τα είδη μουσικής, απευθύνονται στον κόσμο κι επιλέγονται με βάση τις ανάγκες έκφρασής του. Σέβομαι τα πάντα και κάθε δημιουργό, διότι όπως κι αν εκφράζεται, εφόσον γίνεται αποδεκτός, πρέπει να υπάρχει. Εάν υπάρχουν εικόνες αίσχους στην κοινωνία θα εκφραστούν ανάλογα και μουσικά. Ταμπού μεν, αλήθεια δε.
Τίποτα δεν είναι καλό η κακό. Αντικειμενικά ως μουσικολόγος, θα υποστήριζα το αντίθετο βάσει των κανόνων της μουσικής αισθητικής ανά εποχή, μα ως άνθρωπος και καλλιτέχνης είμαι ελεύθερη προς κάθε ιδέα… Ό,τι συγκινεί και καθηλώνει είναι καλό.
- Ακούτε τις δικές σας δουλειές; Κριτικάρετε τον εαυτό σας;
Όχι μόλις τις ολοκληρώνω. Μετά από κάποιες ημέρες. Θέλω να είμαι αυστηρή και να τις δω έχοντας μία αντικειμενική άποψη για τα τεχνικά ζητήματα της διεξαγωγής και μία καθαρά ανθρώπινη διάσταση, ώστε να μπορώ να δω μία παρουσία μου, ένα κείμενό μου, μία ομιλία μου ως ένα συνολικό έργο τέχνης αγγίζοντας τη φιλοσοφία του gesamtkunstwerk (σ.σ. συνολικού έργου τέχνης), το οποίο εδώ και χρόνια είναι ο στόχος μου σε ό,τι κάνω.
- Ασχολείστε επαγγελματικά με τη μουσική από πολύ μικρή. Πιστεύετε πως υπάρχει το λεγόμενο «μυστικό της επιτυχίας»; Αρκεί το ταλέντο και η σκληρή δουλειά για να φτάσει κάποιος σήμερα στην επίτευξη των στόχων του;
Όχι, δεν αρκούν. Αρκεί η ταπεινότητα και η έντονη προσωπικότητα κατά την ώρα της παρουσίασης. Με άλλα λόγια διακρίνονται όλο και λιγότεροι άνθρωποι, διότι η ειλικρίνεια είναι προσόν των λίγων κι εύχομαι όσο περνούν τα χρόνια κι εγώ να γίνομαι ολοένα και πιο ειλικρινής. Μόνο τότε θα θεωρώ πως ό,τι έκανα ήταν επιτυχία σε κάθε επίπεδο. Η μουσική είναι συνυφασμένη με τη ζωή την ίδια και όχι με το χρήμα.
- Τι θα συμβουλεύατε τα νέα παιδιά που μπαίνουν τώρα στο χώρο της μουσικής, ανεξαρτήτως είδους και ύφους;
Να είναι έντιμα και να αναπτύσσουν με το έργο τους τα ιδιαίτερα και ξεχωριστά στοιχεία της προσωπικότητάς τους. Μόνο έτσι, κατά την ταπεινή μου γνώμη, θα ξεχωρίσουν στον όχλο.
- Πείτε μου κάποια πράγματα για την οικογένειά σας. Πιστεύετε ότι μπορούν οικογένεια και καριέρα να συνδυαστούν και να συνυπάρξουν αρμονικά;
Πάντα πίστευα, πως η οικογένεια αποτελεί καταφύγιο και οχυρό από την ασχήμια του κόσμου. Είναι το «κιόσκι» αγάπης και ασφάλειας για τα μέλη της.
Σε θεωρητικό επίπεδο φαίνονται όλα να συνδυάζονται, αλλά στην πράξη, σου λείπουν αυτοί που αγαπάς, όταν απουσιάζεις για λόγους εργασίας και χρειάζεται μεγάλη υπομονή. Δουλεύουμε με τον εαυτό μας και μετράμε τις αντοχές μας καθημερινά.
Αυτή τη στιγμή προσωπικά, έγειρα προς την οικογένεια, μα προσπαθώ πάντα να μην αφήνω κενά στη δράση μου ως ενεργός καλλιτέχνης, διότι είναι για εμένα όχι μόνο θέμα επιβίωσης, αλλά και θέμα ποιότητος ζωής να εκφράζομαι δημιουργικά και βοηθητικά προς εμένα και προς όποιους με ακολουθούν.
- Πόσο άλλαξε τη ζωή σας η απόφασή σας να εγκατασταθείτε μόνιμα στο Αγρίνιο;
Είμαι αυτή που είμαι και ο τόπος δεν έχει τόση σημασία, όσο η αίσθησή μου σε αυτόν. Τίποτα δεν είναι μόνιμο. Η αγάπη μου προς τους λόγους εγκατάστασής μου εδώ είναι μόνιμη και ανεξάρτητη από τον παράγοντα «τόπος».
Όσο αντέχω ταξιδεύω κι αν χρειαστεί για το καλό το δικό μου και της οικογένειάς μου να φύγω και πάλι για άλλο τόπο, θα το κάνω. Έχω την αίσθηση, ότι είμαι ικανή λόγω της ανάγκης μου να εκφραστώ και να δημιουργήσω, πως παντού μπορώ να δημιουργήσω καλές συνθήκες για εμένα επαγγελματικά και τους αγαπημένους μου.
2018: Η Υψίφωνος Γεωργία Τριανταφύλου ερμηνεύει Ruggero Leoncavallo στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Αγρινίου. Στο πιάνο η Χριστίνα Κορκοντζέλου.
- Κάνετε ζωντανές εμφανίσεις, διδάσκετε, γράφετε… Βρίσκετε χρόνο να ασχολείστε με τον εαυτό σας; Υπάρχουν κάποιες νέες δραστηριότητες με τις οποίες θα θέλατε να ασχοληθείτε;
Κοιμάμαι λιγότερο, αλλά θέλω και πραγματικά πιστεύω ότι μπορώ να προλάβω τα πάντα όσα επιθυμώ. Δε θα ζήσω δύο φορές, οπότε αξίζει τον κόπο να αγγίζω κάθε φορά τα όριά μου.
Θα ήθελα -κάποια στιγμή στη ζωή μου- να εργαστώ και πάλι σαν αρθρογράφος και να βρω τον χρόνο να γράφω ακόμα περισσότερα, κυρίως για το θέατρο. Για εμένα ως ύλη, νομίζω έχω καλύψει τις ανάγκες μου. Πέρασα την περίοδο της ανωριμότητάς μου και εάν ξαναέρθει, θα τη διαχειριστώ με δημιουργικό τρόπο πια…!
- Τι να περιμένουμε από την Γεωργία Τριανταφύλλου στο μέλλον;
Δράση!
Στόχος είναι να παρουσιάσω τα έως τώρα συγγραφικά μου έργα – τις ποιητικές μου συλλογές «Φασμα Ψυχής» και «Ποίηση για τη Μητέρα», όπως επίσης και το μουσικοθεατρικό μου έργο «Ψυχορροές».
Ευχή μου είναι να ολοκληρωθεί και η διδακτορική μου διατριβή, η οποία αφορά τον τρόπο διδασκαλίας της φωνητικής τεχνικής σε παιδιά πρώτης σχολικής ηλικίας με τη χρήση νέων τεχνολογιών. Σε αυτό το κομμάτι θέλω να ρίξω το βάρος αυτή την εποχή, ώστε να συμβάλλω στη δημιουργία καλύτερων συνθηκών αντιμετώπισης του ζητήματος αυτού προς τα παιδιά όλων μας.
Ήδη χρησιμοποιώ νέα μέσα στη διδαχή μου, διότι ο κόσμος προχωρά και ό,τι μπορεί να βελτιωθεί, δεν υπάρχει περιθώριο να μην το κάνουμε εμείς οι παιδαγωγοί. Έχουμε χρέος να συμβαδίζουμε με την εποχή μας και να την πηγαίνουμε ένα βήμα παρακάτω, ακόμη και αν μας κοστίζει ψυχικά και σωματικά. Εκεί κρινόμαστε κι έτσι ξεχωρίζει η δράση μας.
Δράση λοιπόν! Δράστε, ο καθένας από τη θέση του, ό,τι κι αν πρεσβεύετε!
Ακούστε αποσπάσματα από την συνέντευξη της Υψιφώνου Γεωργίας Τριανταφύλλου στον Antenna Star 103.5 και την εκπομπή «Αυτή είναι η ζωή», την Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2021:
Βιογραφικό:
Η Γεωργία Τριανταφύλλου είναι απόφοιτος του τμήματος Μουσικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (2008) και του Διατμηματικού Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Μουσική Κουλτούρα κι Επικοινωνία – Μ.Μ.Ε.» του ιδίου φορέα (2011), με θέμα την παιδαγωγική τής φωνής με τη χρήση νέων μέσων στην Πρωτοβάθμια, ενώ διατελεί Υποψήφια Διδάκτωρ του τμήματος Μουσικών Σπουδών με ερευνητικό πεδίο την Εκπαίδευση της Άδουσας Φωνής με τη χρήση Νέων Τεχνολογιών.
Έλαβε το Δίπλωμα του Μονωδού με Άριστα παμψηφεί, όντας υπότροφος μελοδράματος, έχοντας έπειτα εμφανιστεί σε παραγωγές σημαντικών φορέων σε Ελλάδα, Κύπρο, Η.Π.Α. πλάι σε ισχυρά ονόματα της μελοδραματικής κι έντεχνης σκηνής.
Εργάστηκε ως συντάκτης Πολιτιστικού Τομέα σε ενημερωτικό διαδικτυακό ιστότοπο, απέσπασε βραβεία ως υψίφωνος.
Συγγράφει μουσικο-παιδαγωγικά βιβλία κι εναλλακτικά μουσικο-θεατρικά έργα με πρώτο στη σειρά τον μουσικό-θεατρικό μονόλογο «Ψυχορροές», ενώ προσφάτως ολοκλήρωσε την πρώτη ποιητική της συλλογή, η οποία φέρει τον τίτλο «Φάσμα Ψυχής» και κυκλοφόρησε από την «Άνεμος Εκδοτική» τον Δεκέμβριο του 2020, ενώ από τον ίδιο εκδοτικό οίκο κυκλοφορεί και το νέο βιβλίο της «Ποίηση για τη Μητέρα».
Συνεχίζει να εργάζεται στον τομέα της Μουσικής Εκπαίδευσης και του θεάματος, με τελευταίο σταθμό το Ωδείο Σύγχρονης Τέχνης Αγρινίου.
Συνέντευξη: Νάντια Μπούτα
Τεχνική επιμέλεια: Νίκος Καλαμπαλίκης
«Agrinio365» Media Group | Antenna-Star.gr – AgrinioTimes.gr
Σχετικά Άρθρα
Αναβολές αγώνων λόγω πένθους
SL1 – Γιάννης Πετράκης: «Δίκαιο το 0-0»
SL1 – Χουάν Φεράντο: «Θέλαμε τη νίκη»