Ο Βασιλιάς Ανήλιαγος και το κάστρο της Κυρά – Ρήνης

Στο εισαγωγικό κεφάλαιο (Εισαγωγή στον Πραγματικό μύθο) εντοπίσαμε τις διαφορές του μύθου με το θρύλο. Στο μεταξύ είδαμε πως ο μύθος έγινε ιστορία. Ο «Έλλην Κόσμος» άλλαξε στο πέρασμα των αιώνων. Ιδέες, αντιλήψεις, θρησκευτικές δοξασίες, συμπεριφορές. Η κοσμοθεωρία η ίδια.

  • Η μυθοπλαστική φαντασία των ανθρώπων όμως εξακολούθησε να δημιουργεί, αντλώντας στοιχεία απ’ το παρελθόν, συνδέοντάς τα ασφαλώς μ’ αυτό που ως πραγματικότητα αντίκριζε γύρω του. Έτσι γεννήθηκε ο θρύλος του Βασιλιά Ανήλιαγου.

Ένα λαϊκό παραμύθι, που θα ήταν παράληψη όμως να μην παρουσιαστεί, έστω και συνοπτικά.

Σύμφωνα με την παράδοση λοιπόν, ο Ανήλιαγος και ο Γυφτάκης, δυο βασιλόπουλα, αγαπούσαν την όμορφη Κυρά – Ρήνη. Η καρδιά εκείνης χτυπούσε για τον Ανήλιαγο, μη έχοντας όμως άλλη επιλογή αθλοθέτησε στους δύο μνηστήρες από ένα μεγάλο κατόρθωμα κι όποιος τελείωνε πρώτος θα την κέρδιζε για πάντα. Στο Γυφτάκη ανέθεσε να της φτιάξει το κάστρο. Στον Ανήλιαγο να μεταφέρει νερό απ’ τη λίμνη του Αγγελοκάστρου.

Ο Γυφτάκης σε δύο μόλις χρόνια είχε ολοκληρώσει το έργο και πριν παραδώσει τα κλειδιά στην όμορφη πυργοδέσποινα, οργάνωσε γλέντι μεγάλο. Εκεί που γλεντούσαν όμως η γη σείστηκε, άνοιξε στα δύο και από μέσα πετάχτηκε ο Ανήλιαγος. Και ξεχύθηκε πίσω του γάργαρο νερό… Η Κυρά – Ρήνη τότε, αφού ο Γυφτάκης δεν της είχε ακόμη παραδώσει τα κλειδιά, είπε ότι ο Ανήλιαγος νίκησε κι αυτόν θα αγαπήσει. Ο Γυφτάκης όμως θύμωσε, έχτισε απέναντι άλλο κάστρο και κίνησε πόλεμο.

Το κάστρο της Κυρά – Ρήνης είναι η Πλευρώνα. Η ίδια ταυτίζεται με την κόρη του αυτοκράτορα Αλεξίου Παλαιολόγου, τη σύζυγο του Ανδρόνικου.

Ο θρύλος λέει ότι στα ερείπια του κάστρου υπάρχουν κρυμμένα τρία κιβώτια. Τα δύο κρύβουν θησαυρό και το τρίτο είναι γεμάτο με φίδια ζωντανά που τον φυλάνε.

Ο Ανήλιαγος κέρδισε την καρδιά και την αγκαλιά της Κυρά – Ρήνης, αλλά μόνο τη νύχτα μπορούσε να την συναντήσει. Η Μοίρα τον είχε καταραστεί να πεθάνει μόλις τον δει ο ήλιος. Κι όποιος του αποκάλυπτε το μυστικό της κατάρας, έμελλε να μαρμαρώσει.

Ο πατέρας του, ο Βασιλιάς Τρίκαρδος, έκανε ότι μπορούσε για να τον κρατήσει στο υπόγειο παλάτι, μακριά απ’ το φως της ημέρας. Και ο Ανήλιαγος έφευγε νύχτα για να συναντήσει την αγαπημένη του.

Η Μοίρα όμως δεν είχε τελειώσει μαζί του. Παρουσιάστηκε σαν γριά ζητιάνα σ’ ένα χωριατόπουλο που αγαπούσε τη βάγια της Κυρά – Ρήνης και του πρόσφερε συμφωνία: Αυτή θα του έδινε το αγαποβότανο για να σμίξει με τη Μαργαρώνα, (έτσι την έλεγαν τη βάγια της πυργοδέσποινας), και εκείνος θα την έπειθε να πει στην κυρά της ότι ο Ανήλιαγος την απατά και γι’ αυτό εξαφανίζεται τις ημέρες.

Εν τω μεταξύ ο Τρίκαρδος έμαθε για τις κρυφές συναντήσεις του γιου του με την Κυρά – Ρήνη.

Ήξερε ότι δεν θα μπορέσει να τον κρατήσει για πολύ στο υπόγειο παλάτι και, παρ’ όλο που γνώριζε τι τον περιμένει, αποκάλυψε το μυστικό στον Ανήλιαγο, που κατάλαβε πλέον ότι πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός. Η αγαπημένη του όμως είχε ήδη αρχίσει ν’ αμφιβάλει.

Η Μοίρα, ως γριά ζητιάνα ξανά, εμφανίστηκε για να της υποδείξει τάχα πως θα διώξει τις σκέψεις που τη βασανίζουν. Δεν είχε παρά να κοιμίσει τον αγαπημένο της και να τον ρωτήσει στον ύπνο του.

Το σχέδιο μπήκε σε εφαρμογή απ’ το ίδιο εκείνο βράδυ.

Κοίμισε τον Ανήλιαγο, που γνωρίζοντας την κατάρα της Μοίρας, είχε αναθέσει στη φρουρά του να τον ειδοποιήσει έγκαιρα, μην τυχόν και ξεχαστεί.

Η Κυρά – Ρήνη όμως όταν άκουσε το σάλπισμα θεώρησε πως είναι για να πάει σε άλλη και απομακρύνθηκε, αφήνοντάς τον κοιμισμένο. Η ώρα περνούσε, ο Ανήλιαγος δεν έβγαινε απ’ τον πύργο και η φρουρά ανησυχούσε. Χτυπώντας την πόρτα και φωνάζοντας ξύπνησαν τελικά τον Ανήλιαγο που έτρεξε να δει τι συμβαίνει.

Άνοιξε το παράθυρο και για πρώτη φορά είδε τον ήλιο. Ήταν βεβαίως και η τελευταία…

Φώτης Μπερίκος 

Από το βιβλίο “Αιτωλία και Ακαρνανία: Εν αρχή ην ο Μύθος”