Οι ρωμαϊκές θέρμες στον Άγιο Θωμά, σε απόσταση 2 περίπου χλμ. από την πόλη του Μεσολογγίου και μόλις 60μ. βορείως της διασταύρωσης της εθνικής οδού Αντιρρίου – Αγρινίου, είναι γνωστές ήδη από τον 19 αι.
- Ο W.M. Leake προσδιορίζει τη θέση ως ευρισκόμενη στο μέσον της απόστασης Μεσολογγίου – Καλυδώνας. Οι θέρμες εντάσσονται στην περιοχή της Αλίκυρνας, αρχαίας κώμης που ο Πλίνιος τοποθετεί ανάμεσα στην Καλυδώνα και την Πλευρώνα και ο Στράβων σε απόσταση 30 σταδίων από την Καλυδώνα.
Το κτήριο κτίστηκε στις αρχές του 2ου αι. μ.Χ. πιθανόν με την ευκαιρία κατασκευής του ρωμαϊκού δρόμου του Τραϊανού, ο οποίος πρέπει να διερχόταν προς βορράν του, όπου βρισκόταν και η είσοδός του. Η πολυτελής διαμόρφωση υποδηλώνει ότι δεν επρόκειτο για μικρό λουτρό (balnea) δημόσιο ή ανήκον σε κάποια οικία, αλλά για μεγάλο λουτρό δημοσίου χαρακτήρα (Thermae). Η έλλειψη ωστόσο, αρκετών άλλων βοηθητικών χώρων που απαντώνται στα ρωμαϊκά λουτρά καταδεικνύει τον επαρχιακό χαρακτήρα.
Με το πέρασμα του χρόνου οι θέρμες πιθανόν μετατράπηκαν σε χριστιανικό βαπτιστήριο ή σε κάποιο κτήριο χριστιανικού χαρακτήρα, όπως υποδηλώνει η ανεύρεση μικρού θραύσματος από μαρμάρινο θωράκιο. Το λουτρικό συγκρότημα καταστράφηκε από τον ισχυρότατο σεισμό του 551 μ.Χ. που έπληξε ολόκληρη τη βορειοδυτική Πελοπόννησο και την Αιτωλία.
Ο χώρος κατόπιν χρησιμοποιήθηκε ως χριστιανικό νεκροταφείο με απλούς λακκοειδείς και κιβωτιόσχημους τάφους, οι οποίοι διανοίχθηκαν ακόμα και στα δάπεδα των δεξαμενών. Σε απόσταση 20μ. και στα νοτιοδυτικά του λουτρού βρέθηκε υστερορρωμαϊκό κτήριο και περί τα 100μ. νοτιότερα οικιστικό συγκρότημα σε χρήση από τον 1ο αι. μ.Χ. έως τον 5ο και 6ο αι. μ.Χ, το οποίο διέθετε και ιδιωτικό λουτρό.
Το μνημείο μνημονεύεται από το γνωστό περιηγητή W.M Leake ήδη στις αρχές του 19ου αιώνα. Είναι βέβαιο ότι το οικοδόμημα θα διατηρούνταν σε καλύτερη κατάσταση στα χρόνια του Leake, ο οποίος δυστυχώς, είναι φειδωλός στην περιγραφή του. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι αποτελείται από δύο δωμάτια με κοίλες τοξωτές κόγχες στους τοίχους και πολλές οπές στο εξωτερικό, μία από τις οποίες είχε μισογεμίσει με άλατα νερού.
Στα τέλη του προπερασμένου αιώνα ο συστηματικότερος ερευνητής της αιτωλικής τοπογραφίας των αρχαίων χρόνων, ο W.J. Woodhouse, γνωρίζοντας την πληροφορία του Leake, μνημονεύει τα ερείπια και παραθέτει μία σύντομη περιγραφή, από την οποία φαίνεται ότι ο ίδιος δεν επισκέφτηκε το μνημείο.
Τα ερείπια του λουτρικού συγκροτήματος ήταν πάντα ορατά, αλλά ουδέποτε αυτό είχε ερευνηθεί συστηματικά. Οι ανασκαφικές εργασίες, αλλά και οι εργασίες ανάδειξης του μνημείου και του ευρύτερου χώρου εντάχθηκαν στο Κοινοτικό Πρόγραμμα INTERREG II και υλοποιήθηκαν το 2001.
Στην αρχή των εργασιών, το μνημείο καλύπτονταν με επιχώσεις σε αρκετό ύψος, επάνω στις οποίες είχαν φυτρώσει δέντρα και καλαμιές. Ρίζες δέντρων που είχαν φυτρώσει επάνω στους αρχαίους τοίχους είχαν προκαλέσει σοβαρές ζημιές. Η Γενική Διεύθυνση Αναστήλωσης εκπόνησε τη μελέτη για τη στερέωση του μνημείου και η Διεύθυνση Συντήρησης τη μελέτη συντήρησής του. Υπεύθυνος των ανασκαφικών εργασιών ήταν ο κ. Μ. Πετρόπουλος, Προϊστάμενος τότε της ΣΤ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Δρ. Ολυμπία Βικάτου, αρχαιολόγος – Προϊσταμένη Εφορείας Αρχαιοτήτων Αιτ/νίας και Λευκάδoς
Σχετικά Άρθρα
Ξηλώθηκαν τα… αστέρια!
Κατολίσθηση βράχων στην Καψοράχη
Εργαζόμενοι Ο.Τ.Α.: Νίκησε ο Νταραντούμης