«Parisiennes» η νέα έκθεση φωτογραφίας του Νίκου Αλιάγα στο Παρίσι (Photos)

Λίγο μετά την παρουσίαση της παρέλασης για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση στην Αθήνα, ο Νίκος Αλιάγας εκθέτει στο Παρίσι, σε εξωτερικό χώρο του Δημαρχιακού Μεγάρου της πόλης, τη νέα του φωτογραφική δουλειά που είναι αφιερωμένη στις Παριζιάνες (Parisiennes) και θα διαρκέσει έως τις 10 Μαΐου.

  • Μια έκθεση που αποδεικνύει για μια ακόμα φορά την αγάπη του για τον άνθρωπο και τις αλήθειες του, αλλά και το πάθος του για τη φωτογραφία για την οποία ο ίδιος ο λέει ότι “με έναν περίεργο τρόπο έχει πάρει τον δρόμο της και είναι παράλληλο ταξίδι με την πορεία μου στα οπτικοακουστικά, ένα ταξίδι αναγκαίο για μένα. Μια απαραίτητη ισορροπία, σχεδόν θεραπευτική”.

Ο Νίκος Αλιάγας ασχολείται με τη φωτογραφία από μικρό παιδί κι εδώ και μια 15ετία εκθέτει τα έργα του σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες όπως είναι το Βέλγιο, η Ελβετία, το Μονακό, η Γαλλία, αλλά και η Ελλάδα όπου παρουσίασε μια φορά έργα του στο Μεσολόγγι. Οι φωτογραφίες του είναι πάντα ασπρόμαυρες και όπως αναφέρει “στρέφονται γύρω από τα παιχνίδια του χρόνου. Με εκπλήσσει η άρνηση των ανθρώπων να μη μπορούν να συμφιλιωθούν με την ιδέα του χρόνου.

Ενώ όλα μας σπρώχνουν καθημερινά να προσπαθούμε να κερδίσουμε λίγο χρόνο, ξυπνάμε ένα πρωί κι απλά ο χρόνος πέρασε και δεν τον είδαμε. Ίσως για αυτό τον λόγο φωτογραφίζω και τα χέρια των ανθρώπων γιατί πάνω τους ο χρόνος δεν κρύβεται ποτέ και λένε αυτά που η κοινωνική μάσκα προσπαθεί να φιμώσει”. Η σχέση του με τη φωτογραφία φαίνεται πως είναι κάτι βαθύτερο και δεν περιορίζεται μόνο στις φωτογραφίες επωνύμων, κάτι που ούτως ή άλλως κάνει με επιτυχία για δημοσιεύσεις και περιοδικά. “Είναι κάτι πιο προσωπικό, πιο οργανικό, με πολυδιάστατη προσέγγιση ψυχολογική και εμπειρική, ένα ρεπορτάζ ζωής θα έλεγα”.

Αυτή τη φορά ο φακός τους εστιάζει στις Παριζιάνες. Πρόκειται για την 5η έκθεσή του στο Παρίσι η οποία γίνεται σε εξωτερικό χώρο, εκτός γκαλερί. Η πρώτη ήταν το 2012 στην Conciergerie που ήταν πρώην φυλακές της Γαλλικής Επανάστασης όπου είχε παρουσιάσει έργα μεγάλων διαστάσεων με θέμα Ψυχές και Σώματα. “Αυτή τη φορά στρέφω την κάμερα μου προς τις Παριζιάνες. Όχι τις Παριζιάνες όπως πιθανότατα τις φαντάζεται κανείς, συνδεδεμένες με το αρχέτυπο της μόδας,  αλλά στις πρωταγωνίστριες της καθημερινότητας, αυτές που δεν έχουν ζητήσει ποτέ ούτε αναγνώριση ούτε ενδιαφέρθηκαν ποτέ να ποζάρουν μπροστά σε έναν φακό. Αυτές με συγκινούν”.

 

Το Παρίσι σαν ένα σκηνικό θεάτρου

“Στην ουσία για μένα το Παρίσι, σαν αρχική ιδέα, είναι ένα σκηνικό θεάτρου. Είναι η πόλη στην οποία γεννήθηκα, μεγάλωσα και ζω. Το Παρίσι σου δίνει την ψευδαίσθηση ότι σου ανήκει αλλά στην ουσία εσύ του ανήκεις. Εάν το Παρίσι είναι μια θεατρική παράσταση, άλλοτε τραγική και άλλοτε κωμική, οι γυναίκες δεν είναι κομπάρσες, αλλά είναι πρωταγωνίστριες. Έτσι τουλάχιστον τις αντιλαμβάνομαι και τις αισθάνομαι κι έτσι τις φανταζόμουν μικρός σαν μορφές άυλες, σχεδόν μυθολογικές”.

Ανάμεσα στις φωτογραφίες που εκθέτει είναι νοσοκόμες, νέα κορίτσια, δυο χαμογελαστές γιαγιάδες σε ένα παγκάκι, μια μητέρα με τα παιδιά της πάνω στο ποδήλατο, μια ακαδημαϊκός σε ρόλο έκπληξη αλλά και μια κομμώτρια μέσα στο κομμωτήριο της…

“Η γιαγιά, η κομμώτρια που ζει μέσα στο κομμωτήριό της 54 χρόνια, είναι 88 ετών, ο λιγοστές πελάτισσες της είναι ηλικιωμένες κυρίες της γειτονιάς και η ίδια κοιμάται στον χώρο που δούλευε για πάνω από μισό αιώνα. Ωστόσο πίσω από τη βιτρίνα βλέπει μια κοινωνία όπου κάθε εικόνα εναλλάσσεται γοργά δίχως μνήμη και παρά τα γηρατειά της η κομμώτρια μας δεν πάσχει από αμνησία. Στην ουσία αν θα έπρεπε να κάνει κάποιος μια προβολή σε αυτό το σκηνικό θεάτρου που λέγεται Παρίσι για μένα οι γυναίκες του χθες και του σήμερα είναι και κατά κάποιο τρόπο τα αρχέτυπα του αύριο. Δεν είναι αυτές που θέλουν να είναι στη μόδα γιατί από τη στιγμή που είσαι μέσα στη μόδα και είσαι στο κάδρο τότε πλέον έχεις μια ημερομηνία λήξεως. Αυτές οι γυναίκες είναι εκτός τόπου και χρόνου σχεδόν σε έναν μετέωρο, παράλληλο κόσμο.” τονίζει ο Νίκος Αλιάγας.

Πρωταγωνιστής της φωτογράφισης και ο κορωνοϊός

Πρωταγωνιστής κατά τη διάρκεια της φωτογράφισης που έγινε τον 1,5 τελευταίο χρόνο ήταν και ο κορωνοϊός, λέει ο Νίκος Αλιάγας και θυμάται δυο χαρακτηριστικές περιπτώσεις φωτογραφιών. Μιλά για τις κοπέλες της χωροφυλακής πάνω σε άλογα με έργο τους την τάξη και την προστασία του κόσμου σε αυτή τη δύσκολη περίοδο.

Μιλά ακόμα και για δυο γιαγιάδες που του τράβηξαν την προσοχή. “Δυο γυναίκες που κάθονται σε ένα παγκάκι, που έχουν κατεβάσει για λίγο τις μάσκες και πίνουν μια μπύρα και μου λένε εμάς βρήκες να βγάλεις φωτογραφία; Και τους απαντάω ναι, σας βγάζω γιατί γελάτε, γιατί βλέπω ένα είδος αντίστασης σε αυτή την ακατανόητη κατάσταση που ζούμε και δεν μιλάω για αρνητές κλπ απλά για μια στιγμή που κατεβάζουν τις μάσκες, πίνουν την μπύρα και χαμογελούν πριν τις ξαναβάλουν λέγοντάς μου μάλιστα ‘μη μας καρφώσεις γιατί οι άνδρες μας αυτή τη στιγμή πιστεύουν ότι κάνουμε ψώνια’. Αυτή η στιγμή όμως αποτύπωνε μια αλήθεια, μια πραγματικότητα και με άγγιξε. Γενικά αν δεν αισθάνομαι ένα άγγιγμα μέσα μου δεν φωτογραφίζω. Δεν μπορώ να στήσω δηλαδή φωτογραφίες”.

Εξαίρεση κάποια κάδρα με την ακαδημαϊκό, ελληνίστρια και φιλόσοφο Μπαρμπαρά Κασέν στην οποία ζήτησε να φορέσει τα ρούχα της ακαδημαϊκού, να πάει στην αυλή της Ακαδημίας όπου και της ζήτησε να παίξει με το σπαθί της προσπαθώντας να τρυπήσει σαπουνόφουσκες. “Αυτό είχε μια σκηνοθεσία, ένα χιούμορ και μια άλλη ανάγνωση στο τι σημαίνει γνώση, πολιτισμός και αυτοσαρκασμός. Γενικά όμως σε αυτή τη σειρά φωτογραφιών δεν υπάρχει κάτι στημένο.

Δηλαδή πρώτα τραβάω τη φωτογραφία μου και μετά πάω και βλέπω το πρόσωπο και του εξηγώ τι κάνω, διαφορετικά χάνεις τον αυθορμητισμό. Θα έλεγα λοιπόν ότι η φωτογραφία για μένα είναι και μια ‘αναγνώριση’ υπό την έννοια ότι αναγνωρίζω ένα κάδρο πριν το φωτογραφίσω γιατί διαισθάνομαι κάτι και τότε μόνο σηκώνω τη φωτογραφική μηχανή. Είναι μια σύνδεση που βάζει στην ίδια γραμμή το ένστικτο και τη διαίσθηση. Αυτό που κάποιοι αποκαλούν σύμπτωση εγώ το λέω μοίρα”.

Έχετε φοβηθεί κάποιες στιγμές ότι το Παρίσι μπορεί να “κλέψει” την παράσταση από το θέμα σας;

“Ναι μπορεί από τη στιγμή που το δεις τουριστικά, αλλά εγώ δεν μπορώ να δω το Παρίσι τουριστικά γιατί είναι η γενέτειρά μου. Προέρχομαι από τις λαϊκές και εργατικές συνοικίες της γαλλικής πρωτεύουσας κι όσο κι αν φαίνεται παράδοξο η όλη εικόνα ήταν πολύ ποιητική για το παιδί που ήμουν. Γιατί στην ουσία δεν υπάρχει ένα Παρίσι, δεν υπάρχει μια πλευρά της πόλης, δεν είναι μονοδιάστατη η προσέγγιση στο Παρίσι να πεις ότι είναι όμορφο και στήνεις κάτι μπροστά σε ένα μνημείο. Όπως και η Ελλάδα που την φωτογραφίζω, όσο προσπαθείς να τη δείξεις για τις ομορφιές της τόσο τη χάνεις. Δηλαδή η φαντασία είναι εξίσου σημαντική στη φωτογραφία. Καλύτερα να διαισθάνεσαι και να φαντάζεσαι αυτό που δεν είναι μέσα στο κάδρο παρά να προσπαθείς να στοιβάξεις άρον άρον όλα τα συστατικά που πουλάνε μέσα σε ένα κάδρο. Το πιο σημαντικό δεν είναι αυτό που θες να δείξεις ή να αποδείξεις, αλλά αυτό που θα αποκαλύψει από μόνη της η ίδια η φωτογραφία.

Πόσες ώρες περιπλανιέστε στην πόλη για όλο αυτό το υλικό;

“Με ένα περίεργο τρόπο όχι πάρα πολλές γιατί δεν έχω πολύ χρόνο. Εργάζομαι εδώ και 35 χρόνια στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο της Γαλλίας και είμαι σχεδόν στον αέρα κάθε μέρα. Στον λίγο χρόνο που θα διαθέσω, θα πάρω τη μηχανή μου και θα πάω να περπατήσω, χωρίς να ξέρω γιατί και πού. Αυτό αποτελεί όμως και μια προσωπική κάθαρση, κάτι σαν ονειροπόληση, χωρίς να ξέρει πού πας και χωρίς να ξέρεις γιατί πας εκεί, αλλά μια φωνή μέσα, ένα GPS συναισθηματικό, σε σπρώχνει προς αυτή την κατεύθυνση. Έχω πάντα μια μηχανή μαζί μου, φωτογραφίζω τουλάχιστον τρεις τέσσερις προσωπικότητες την εβδομάδα, ηθοποιούς, συγγραφείς για περιοδικά, μετά τις εκπομπές μου, για συνεντεύξεις που κάνω, πάντα απαθανατίζω κάτι. Αλλά παράλληλα και στην Ελλάδα και σε όποιο ταξίδι έχω κάνει στον κόσμο, όπου και αν βρεθώ, θα χαθώ. Αν δεν χαθώ δεν μπορώ να φωτογραφίσω, δεν μπορώ να επιστρέψω στον εαυτό μου και κατ’ επέκταση να συνδεθώ με του άλλους.

Όταν καιγόταν για παράδειγμα η Παναγία των Παρισίων, εκείνο το πρωί είχα πάει από τα χαράματα και είχα ραδιοφωνική σύνδεση για ειδησεογραφική εκπομπή. Βγαίνοντας από το αυτοκίνητο που είχαμε για τη σύνδεση έρχεται μια γυναίκα πάνω μου κλαίγοντας και κάποια στιγμή με παίρνει αγκαλιά, κι εκείνη την ώρα που ερχόταν σε μένα είχα τη μηχανή μου και τη φωτογράφισα. Μετά μιλήσαμε, ηρέμησε, ήπιε νερό, της έδειξα τη φωτογραφία, τη δημοσίευσα στο Instagram και στην πορεία τη δημοσίευσαν η Figaro και οι New York Times. Αυτή τη φωτογραφία την έχω ονομάσει η Επόμενη Μέρα. Ήταν η επόμενη μέρα που ο κόσμος ήταν σαν χαμένος στον δρόμο γιατί δεν καταλαβαίναμε πως χάσαμε αυτή την ευκαιρία να προστατεύσουμε την Παναγία των Παρισίων που αντιστάθηκε στους ανθρώπους και τα καμώματά τους εδώ και 1.000 χρόνια. Καιγόταν μπροστά μας και εμείς ήμασταν ανήμποροι και τα δάκρυα αυτής της γυναίκας έλεγαν τα πάντα. Αλλά γιατί βγήκα μετά το live μου έτσι με μια φωτογραφική μηχανή στη γωνία και στο πεζοδρόμιο και περίμενα κάτι να συμβεί; δεν ξέρω. Συνήθως το νιώθω, σαν τον αέρα που ψιθυρίζει κάτι και τότε προσπαθώ να είμαι στο ραντεβού”.

Ποιο είναι το επόμενο φωτογραφικό σχέδιο. Θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει την Ελλάδα;

“Την Ελλάδα τη φωτογραφίζω πάρα πολλά χρόνια και την έχω εκθέσει αρκετές φορές στην Ευρώπη. Δεν έχω αφιερώσει κάποιο βιβλίο εξολοκλήρου στην Ελλάδα αν και μου έχουν ζητήσει εκδοτικοί οίκοι και της Γαλλίας και της Ελλάδας να κάνω κάτι. Δεν βιάζομαι, ο χρόνος ο φωτογραφικός έχει τον δικό του ρυθμό. Έχω εκθέσει κατά καιρούς και στο Παρίσι για την Ελλάδα και για φιλανθρωπικά ιδρύματα κάνοντας δύο μεγάλες πωλήσεις στους Christie’s και μία για το International Foundation for Greece της Ασπασίας Λεβέντη όπου και στο σάιτ του πωλούνται φωτογραφίες για φιλανθρωπικούς σκοπούς.

Ελπίζω ότι μία από τις επόμενες δουλειές μου θα είναι αφιερωμένη στην Ελλάδα και γιατί όχι να αξιωθώ να παρουσιάσω κάποια έργα και στην πατρίδα αν ενδιαφέρεται κανείς.

Oι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από τον Νίκο Αλιάγα και τους συνεργάτες του για τις ανάγκες του άρθρου.

ertnews.gr