Πηγές Αγίας Σοφίας: Ένα παραμυθένιο τοπίο στο δρόμο για το Θέρμο!

Λίγο πριν την άφιξη στο Θέρμο εντυπωσιάζει το τοπίο που συναντάμε στο χωριό Αγία Σοφία και ειδικότερα στο σημείο όπου ο δρόμος διέρχεται από τον χείμαρρο Μοκιστιάνο. Μια μικρή γωνιά του παραδείσου, που η φύση της χάρισε απλόχερα περίσσεια κάλλη είναι οι Πηγές Αγίας Σοφίας, όπως είναι γνωστό ευρύτερα το εν λόγω τοπίο. Ένα παραμυθένιο τοπίο στη θερμιώτικη γη!

 

 

Άφθονα νερά, που αναβλύζουν σε μεγάλη ποσότητα μέσα από το βουνό, τη Μακριά Ράχη, ικανά να εξυπηρετήσουν τις πολλαπλές ανάγκες σε νερό ενός ολόκληρου χωριού, της Αγίας Σοφίας – ενός χωριού μεγάλου για ορεινή περιοχή – να υδρεύσουν τα νοικοκυριά της, να αρδεύσουν τα χωράφια της, να τροφοδοτήσουν τους νερόμυλους και τις νεροτριβές της. Και όχι μόνο.

Τα νερά των εν λόγω πηγών κατά μήκος της διαδρομής τους επί του φυσικού τους δρόμου, στην κοίτη του χειμάρρου Μοκιστιάνου, διασχίζουν ένα τοπίο σπάνιας φυσικής ομορφιάς μέχρι να καταλήξουν στη λίμνη Τριχωνίδα, αφού κατρακυλήσουν με πάταγο από τους εντυπωσιακούς Δίδυμους Καταρράκτες που συναντούν στην πορεία τους.Αλλά, ας επανέλθουμε στο τοπίο των Πηγών αυτό καθεαυτό.

 

 

 

 

Τα αιωνόβια πλατάνια σε αγαστή σύμπνοια με τα πηγαία νερά, τα οποία ξεπηδούν γάργαρα απόμικρότερες και μεγαλύτερες πηγές σε μια ακτίνα μερικών δεκάδων μέτρων μέσα από τους βράχους στους πρόποδες της Μακριάς Ράχης, συνιστούν τα βασικά φυσικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν το τοπίο. Και δεν είναι μόνο αυτά.

Τα νερά κατρακυλούν από τις πηγές μέσω μικρών καταρρακτών μουρμουρίζοντας ασταμάτητα και, αφού συγκεντρωθούν σε μια μικροσκοπική λιμνούλα, άλλα από αυτά εγκλωβίζονται και οδηγούνται μέσω μυλαύλακου στον νερόμυλο που βρίσκεται ακριβώς δίπλα και στη συνέχεια διαμοιράζονται τη θερινή περίοδο σε δύο αρδευτικούς υδραύλακες που κινούνται σε αντίθετες κατευθύνσεις για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες άρδευσης των κτημάτων ολόκληρης της περιοχής, ενώόσα περισσεύουν, αφού υπερπηδήσουν από μικρούς καταρράκτες σχηματίζοντας κουρτίνες νερού με κυμαινόμενο σχήμα και πάχος κάθε εποχή του έτους ανάλογα με την ποσότητα των νερών κάθε φορά, συγκεντρώνονται βιαστικά και ποδοβολώντας ξεχύνονται ορμητικά στην κοίτη του Μοκιστιάνου, αδημονώντας να καταλήξουν στην αγκαλιά της μεγάλης λίμνης στην καρδιά της Αιτωλίας, στην Τριχωνίδα, “το Πέλαγος της Αιτωλίας”.

Τη χειμερινή περίοδο, μάλιστα, η ποσότητα των νερών αυξάνεται όχι μόνο λόγω της μεγαλύτερης παροχής των πηγών αλλά και από τα νερά της βροχής που καταλήγουν στο άνω τμήμα του χειμάρρου, από το σημείο που ξεκινάει αυτός, από τη γενέτειρα του Κοσμά του Αιτωλού, το Μέγα Δένδρο, ως το εν λόγω σημείο, αλλά και από άλλα πηγαία νερά που αναβλύζουν από άλλες εποχιακές μικροπηγές στο προαναφερόμενο τμήμα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Συνάμα, τα ανθρώπινα δημιουργήματα στον χώρο αυτόν βρίσκονται σε απόλυτη συνάφεια με το τοπίο και τονίζουν το κάλλος της περιοχής. Δύο χώροι αναψυχής κατάλληλα διαμορφωμένοι εκατέρωθεν του δρόμου που διέρχεται επί καλαίσθητου πέτρινου γεφυριού, διαμορφωμένου κατάλληλα, αν και εν μέρει λίγο αταίριαστα, είναι αλήθεια, για να εξυπηρετηθούν οι σύγχρονες ανάγκες επικοινωνίας της περιοχής μέσω του δρόμου που διέρχεται από το σημείο αυτό, ο οποίος παρ’ όλα αυτά ως αισθητική αντίληψη είναι απόλυτα συνταιριασμένος με το περιβάλλον.

Ακόμη, η πλακόστρωτη πλατεία με την πέτρινη βρύση, τις ξύλινες πέργκολες, τα καθίσματα και τα καλαίσθητα φωτιστικά, οι διάδρομοι και οι σκάλεςστο άνω μέρος των Πηγών, το μυλαύλακο και ο χώρος δασικής αναψυχής στο κάτωμέρος του δρόμου και γενικά όλες οι ανθρωπογενείς παρεμβάσεις στον χώρο αυτόν είναι ταιριασμένες περίφημα με το περιβάλλον και έχουν καταστήσει τον χώρο κατάλληλο ως επισκέψιμο.


Κείμενο: Νίκος Κωστακόπουλος
Εκπαιδευτικός