Τα τελευταία χρόνια, μελέτες έχουν δείξει ότι η βιταμίνη D αλληλεπιδρά με κύτταρα που είναι υπεύθυνα για την καταπολέμηση διαφόρων λοιμώξεων της αναπνευστικής οδού. Με τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα και γνωρίζοντας ότι ο κορωνοϊός προσβάλλει το αναπνευστικό σύστημα, οι επιστήμονες τείνουν να πιστεύουν ότι ένας οργανισμός κατάλληλα εφοδιασμένος με βιταμίνη D έχει περισσότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τον ιό συγκριτικά με κάποιον που παρουσιάζει έλλειψη.
Κλινικά ευρήματα σχετικά με την COVID-19
Σύμφωνα με την πρόσφατη επιστημονική βιβλιογραφία, είναι γνωστό ότι η μόλυνση με COVID-19 σχετίζεται με την αυξημένη παραγωγή προ-φλεγμονωδών κυτοκινών, C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP), τον αυξημένο κίνδυνο πνευμονίας, σηψαιμίας, συνδρόμου οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας (ARDS) και καρδιακής ανεπάρκειας. Τα ποσοστά θνητότητας (CFR) στην Κίνα ήταν 6% -10% για άτομα με καρδιαγγειακή νόσο, χρόνια νόσο του αναπνευστικού συστήματος, διαβήτη και υπέρταση. Δύο περιοχές που πλήττονται σοβαρά από την COVID-19 είναι περιοχές με υψηλή ατμοσφαιρική ρύπανση στην Κίνα και τη Βόρεια Ιταλία.
Οι περισσότερες ευεργετικές δράσεις της βιταμίνης D προέρχονται από μελέτες παρατήρησης της επίπτωσης ή του επιπολασμού της νόσου σε σχέση με τις συγκεντρώσεις της 25-υδροξυβιταμίνης D (25(ΟΗ)D) στον ορό. Ως προς τα κλινικά χαρακτηριστικά των ασθενειών που αναφέρθηκαν παραπάνω και σχετίζονται με τον αυξημένο κίνδυνο COVID-19, η βιταμίνη D παρουσιάζει αντίστροφη συσχέτιση. Με πιο απλά λόγια, υψηλότερα επίπεδα 25(OH)D σχετίζονται με μειωμένα συμπτώματα.
Επιδημιολογικά ευρήματα σχετικά με την COVID-19
Η νόσος εμφανίστηκε τον Δεκέμβρη του 2019 στην Κίνα και εξαπλώθηκε κυρίως σε βόρειες χώρες μεσαίου γεωγραφικού πλάτους, όπου τα επίπεδα 25(OH)D είναι χαμηλά τον χειμώνα. Επίσης, οι άντρες εμφανίζουν μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης της νόσου και ποσοστά θνητότητας σε σχέση με τις γυναίκες, δεδομένου ότι καπνίζουν περισσότερο και το κάπνισμα μειώνει την 25-υδροξυβιταμίνη D. Τα ποσοστά θνητότητας αυξάνονται με την ηλικία, καθότι σε μεγαλύτερες ηλικίες τα ποσοστά χρόνιων νοσημάτων είναι υψηλότερα με τη βιταμίνη D να παίζει ρόλο στη μείωση του κινδύνου αυτών. Επιπλέον, αποδείχθηκε ότι τα άτομα με διαβήτη, υπέρταση και καρδιοαγγειακά νοσήματα παρουσιάζουν υψηλότερο ποσοστό θνητότητας και αυτό πιθανότατα να οφείλεται στα χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνης D που έχουν, τα οποία συνδέονται με τη μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης της νόσου. Σε ασθενείς με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), η βιταμίνη D βρέθηκε να έχει αντίστροφη σχέση με τον κίνδυνο, τη σοβαρότητα και την επιδείνωση της νόσου. Τέλος, υψηλότερα ποσοστά της COVID-19 βρέθηκαν σε περιοχές με αυξημένη ατμοσφαιρική ρύπανση, η οποία σχετίζεται με χαμηλότερα επίπεδα 25(OH)D.
Προτεινόμενοι μηχανισμοί προστασίας της βιταμίνης D έναντι της COVID-19
Η συμπλήρωση της βιταμίνης D έχει δείξει ότι καταστέλλει τον CD26, έναν υποδοχέα στην κυτταρική επιφάνεια, ο οποίος πιστεύεται ότι διευκολύνει την είσοδο του κορωνοϊού στο κύτταρο ξενιστή. Υπάρχουν επίσης στοιχεία ότι τα ενισχυμένα επίπεδα βιταμίνης D, μπορούν να προστατεύσουν από τις κρίσιμες ανοσολογικές συνέπειες, οι οποίες θεωρούνται ότι προκαλούν χειρότερη κλινική έκβαση στη λοίμωξη COVID-19. Αυτές περιλαμβάνουν την παρατεταμένη απόκριση της γ-ιντερφερόνης και την επίμονη αύξηση της ιντερλευκίνης-6, ενός αρνητικού προγνωστικού δείκτη σε ασθενείς με οξεία πνευμονία, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με COVID-19.
Συστάσεις και προτεινόμενες δόσεις βιταμίνης D
Επιστημονικά δεδομένα υποστηρίζουν το ρόλο των υψηλότερων συγκεντρώσεων 25(OH)D στη μείωση του κινδύνου μόλυνσης από οξείες λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του ιού της γρίπης (influenza), του CoV και της πνευμονίας. Η περίοδος αιχμής για τις οξείες λοιμώξεις του αναπνευστικού είναι όταν οι συγκεντρώσεις της 25(OH)D είναι χαμηλότερες. Έτσι, η συμπλήρωση της βιταμίνης D3 πρέπει να ξεκινήσει ή να αυξηθεί μερικούς μήνες πριν από τον χειμώνα, ώστε να αυξηθούν οι συγκεντρώσεις της 25(OH)D στο απαραίτητο εύρος για την αποφυγή των ανωτέρω λοιμώξεων.
Ο βαθμός προστασίας γενικά αυξάνεται, με την αυξανόμενη συγκέντρωση της 25(OH)D. Το βέλτιστο εύρος φαίνεται να κυμαίνεται μεταξύ 40-60 ng/mL. Για να επιτευχθούν αυτά τα επίπεδα, μία προτεινόμενη δόση είναι τουλάχιστον 2.000-5.000 IU/d βιταμίνης D3. Σύμφωνα με την επιστημονική βιβλιογραφία, προτείνεται η λήψη 10.000 IU/ημέρα για ένα μήνα, που είναι αποτελεσματική στην ταχεία αύξηση των επιπέδων κυκλοφορίας της 25(ΟΗ)D στο προτεινόμενο εύρος των 40-60 ng/mL. Για να διατηρηθεί αυτό το επίπεδο μετά τον πρώτο μήνα, η δόση μπορεί να μειωθεί σε 5000 IU/d.
Ακόμη, συνιστάται η παράλληλη λήψη συμπληρωμάτων μαγνησίου και βιταμίνης D, καθώς το μαγνήσιο βοηθά στην ενεργοποίηση της βιταμίνης D, η οποία με τη σειρά της βοηθά στη ρύθμιση της ομοιόστασης του ασβεστίου και του φωσφόρου για την ανάπτυξη και διατήρηση των οστών. Όλα τα ένζυμα που μεταβολίζουν τη βιταμίνη D φαίνεται να απαιτούν μαγνήσιο, το οποίο δρα ως συμπαράγοντας στις ενζυματικές αντιδράσεις στο ήπαρ και στα νεφρά. Η δόση μαγνησίου θα πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 250-500 mg/d, μαζί με το διπλάσιο αυτής της δόσης ασβεστίου.
Αν και πρέπει να ακολουθήσουν περισσότερες κλινικές μελέτες, τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι η συμπλήρωση της διατροφής με μικροθρεπτικά συστατικά που υποστηρίζουν το ανοσοποιητικό, όπως οι βιταμίνες C, D και ο ψευδάργυρος, μπορεί να ρυθμίσει την ανοσολογική λειτουργία και να μειώσει τον κίνδυνο μόλυνσης.
livy.gr
Σχετικά Άρθρα
«Άγιος Έρωτας»: Ο Πατέρας Νικόλαος έμαθε για την εγκυμοσύνη της Χλόης
«VIΠ – Καλά Γεράματα»: Οι ένοικοι του «Buona Mattina» διαγωνίζονται για ένα διαφημιστικό!
«Grand Hotel»: Χαραλάμπης και Θεώνη συνειδητοποιούν το τέλος του έρωτά τους