Το 1821 με σοπράνο και βαρύτονους

Οι μήνες Οκτώβριος και Νοέμβριος μας δίνουν την ευκαιρία να απολαύσουμε τέσσερις όπερες εμπνευσμένες από την Επανάσταση.

  • Πρώτη, την περασμένη Κυριακή, στην Εθνική Λυρική Σκηνή, ήταν η εξαιρετική παρουσίαση σε συναυλιακή εκδοχή, με πρωταγωνιστές τη σοπράνο Βασιλική Καραγιάννη και τον βαρύτονο Διονύσιο Σούρμπη, της όπερας «Κυρά Φροσύνη» του Παύλου Καρρέρ (1829-1896), του «Ζακυνθινού Βέρντι» και πιο αξιόλογου συνθέτη της Επτανησιακής Σχολής τoυ 19ου αιώνα. Ακολούθησε χθες βράδυ (16/10) παραγωγή της μονόπρακτης όπερας του Καρρέρ «Δέσπω», με πρωταγωνίστρια την Αρτεμη Μπόγρη, ενώ στις 19 Οκτωβρίου, στο ανακαινισμένο θέατρο Ολύμπια, μετονομασμένο σε Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας», με καλλιτεχνικό διευθυντή τον Ολιβιε Ντεκότ, έρχεται η όπερα του Ροσίνι «Η πολιορκία της Κορίνθου», εμπνευσμένη από την πολιορκία του Μεσολογγίου, σε σύλληψη και δραματουργική επεξεργασία της Ροδούλας Γαϊτάνου και πρωταγωνιστές τη Χριστίνα Πουλίτση και άλλους διεθνείς ερμηνευτές. Επίσης, στις 5 Νοεμβρίου θα δούμε στο Ολύμπια την όπερα του Καρρέρ «Μάρκος Μπότσαρης» σε συναυλιακή εκτέλεση και νέα ενορχήστρωση του Βύρωνα Φιδετζή.

Ο πιο σημαντικός φιλέλληνας συνθέτης ήταν ο μέγας Τζοακίνο Ροσίνι (1792-1869). Αν και δεν ήταν ιδιαίτερα πολιτικοποιημένος, είχε συγκινηθεί από το επαναστατικό πνεύμα που κυριαρχούσε στην Ευρώπη της εποχής του και συμμεριζόταν έντονα και έμπρακτα την επικρατούσα συμπάθεια που είχαν προκαλέσει οι επαναστατημένοι Ελληνες. Λίγους μήνες πριν από την πρεμιέρα της «Πολιορκίας της Κορίνθου» στις 9 Οκτωβρίου 1826, στην όπερα του Παρισιού, ο Ροσίνι είχε πρωτοστατήσει, στις 28 Απριλίου, στην οργάνωση μιας συναυλίας με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων για τον Ελληνικό Αγώνα. Η ανταπόκριση του κοινού ήταν τέτοια, ώστε η εκδήλωση επαναλήφθηκε και στις 9 Μαΐου. Οπως έγραψε ο Σταντάλ, «το κοινό με την παρουσία του απέδειξε σαφώς την ταύτισή του με τον αγώνα των Ελλήνων». Μάλιστα στις τελευταίες σελίδες του προγράμματος υπήρχε τυπωμένη μια Ελληνική Ωδή με τους ακόλουθους προτρεπτικούς στίχους: «Σηκωθείτε, οπλιστείτε, εκδικηθείτε, περήφανοι Ελληνες!»

Η πρεμιέρα της «Πολιορκίας της Κορίνθου» ήταν τεράστια επιτυχία. Οι πολύ αξιόλογες αποδοχές –30.000 φράγκα ημερησίως που ισοδυναμούν με περίπου 100.000 ευρώ, δηλαδή το ετήσιο εισόδημα ενός εύπορου Παριζιάνου της εποχής– διατέθηκαν από τον Ροσίνι για την ενίσχυση του ελληνικού απελευθερωτικού αγώνα.
Ο παραλληλισμός Κορίνθου και Μεσολογγίου –του οποίου η Εξοδος είχε συγκλονίσει τη γαλλική κοινή γνώμη– θεωρείτο σαφής και δεδομένος και από το κοινό και από τους κριτικούς που παρακολούθησαν την παράσταση. Η εφημερίδα Moniteur Universel έγραψε: «Στην Κόρινθο είδαμε το Μεσολόγγι. Με την Πολιορκία της Κορίνθου, ο Ροσίνι και οι Ελληνες πολιόρκησαν και κατέλαβαν το Παρίσι!». Ο κριτικός της εφημερίδας La Quotidienne έγραψε: «Το κοινό επευφημούσε τον Ροσίνι στη σκηνή πάνω από μισή ώρα και όταν ανακοινώθηκε πως έφυγε από το θέατρο, τον ακολούθησαν μέχρι το σπίτι του!».

Το επόμενο σημαντικό έργο από σπουδαίο Ευρωπαίο συνθέτη είναι η «Scène Héroïque: La Révolution Grècque» για ορχήστρα χορωδία και δύο μπάσους του Γάλλου Εκτωρ Μπερλιόζ (1803-1869), που πρωτοπαρουσιάστηκε στις 26 Μαΐου 1828.

Μετά την απελευθέρωση και την ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους το 1830, στη λίστα των συνθετών που εμπνεύστηκαν από την Επανάσταση προστέθηκαν και αξιόλογοι Ελληνες, όπως ο Παύλος Καρρέρ. Γόνος αριστοκρατικής ζακυνθινής οικογένειας, πολυταξιδεμένος και πολυγραφότατος ο Καρρέρ είχε ευρύτατη μουσική παιδεία και επιτυχημένη καριέρα στην Ιταλία. Τον  Ιούνιο του 1842 ο μικρός Παύλος έφυγε με το θείο του για την Ευρώπη, με σκοπό να σπουδάσει σε παρισινό λύκειο. Πριν αναχωρήσουν επισκέφθηκαν την Πάτρα και το Μεσολόγγι, όπου βρέθηκαν σε ένα πανηγύρι, οι εικόνες του οποίου χαράχθηκαν βαθιά στη μνήμη του μικρού και, όπως εξηγεί ο ίδιος στα απομνημονεύματά του, αργότερα γέννησαν την όπερα «Μάρκος Μπότσαρης», που έμελλε να προκαλέσει πανελλήνια φρενίτιδα πατριωτισμού. H πρεμιέρα του έργου στο θέατρο «Απόλλων» της Πάτρας το 1861, προκάλεσε φρενιτιώδη ενθουσιασμό στο κοινό. Στη συνέχεια παίχτηκε σε πολλά ελληνικά θέατρα, προκαλώντας παντού ένθερμη λαϊκή ανταπόκριση και υποκινώντας πολλούς να σπεύσουν να συμβάλουν στην Κρητική επανάσταση του 1866. Ο συνθέτης παρατηρεί ότι στις τρεις «πατριωτικές» του όπερες, «επέστησα σπουδαίως την προσοχήν μου, ίνα εφαρμόσω όλον εκείνον τον απαιτούμενον Ελληνικόν μουσικόν χρωματισμόν σχετικόν προς το ύφος και την ενότητα του αντικειμένου».

Το κατάφερε περισσότερο στον «Μάρκο Μπότσαρη» και, εν μέρει, στη «Δέσπω» παρά στην «Κυρά Φροσύνη», μια μουσικά αμιγώς «ιταλική» όπερα. Οταν μεταδόθηκε στον ραδιοφωνικό σταθμό του Βερολίνου στις 9 Σεπτεμβρίου 1999, ο σχολιαστής του ραδιοσταθμού αναφερόμενος στο μεγάλο ντουέτο Αλή (βαρύτονου) και Φροσύνης (σοπράνο), είπε ότι «θα έκανε τιμή και στον Βέρντι»! Το μουσικό περιοδικό Radio Kultur (Σεπτέμβριος 1999) σχολίασε ότι «η Κυρά Φροσύνη μουσικά μπορεί να ανταγωνισθεί οποιαδήποτε όπερα του πρώιμου Bέρντι».

kathimerini.gr