Αμφίλοχος

Ο Αμφίλοχος ήταν αδελφός του Αλκμαίωνος, του πατέρα του Ακαρνάνος, γιος κι αυτός του Αμφιάραου και της Εριφύλης.

  • Έλαβε μέρος στον Τρωικό Πόλεμο και χάρη στις μαντικές του ικανότητες προέβλεψε την καταστροφή των ελληνικών πλοίων στον Καφηρέα (Κάβο ντόρο), κατά την επιστροφή. Γι’ αυτό άλλωστε ο Αμφίλοχος, ο Κάλχας, ο Λεοντέας, ο Ποδαλείριος και ο Πολυποίτης άφησαν τα πλοία στο Ίλιον και πήγαν δια ξηράς στον Κολοφώνα.

Ο ίδιος για μεγάλο διάστημα έμεινε στη Μικρά Ασία, όπου, μαζί με τον Μόψο, τον μάντη που νίκησε τον Κάλχαντα, που ήταν γραφτό να πεθάνει όταν θα συναντούσε μάντη σοφότερο απ’ αυτόν, έχτισε την πόλη Μαλλό της Κιλικίας. Όταν αργότερα γύρισε στο Άργος συνάντησε έκρυθμη εσωτερική κατάσταση. Ήταν άλλωστε η περίοδος των μεγάλων μεταβολών στον ελληνικό κόσμο. Υποχρεώθηκε έτσι να εγκαταλείψει την περιοχή.

Ακολούθησε έτσι τα βήματα του αδελφού του και ήρθε στην Ακαρνανία, όπου και ίδρυσε το Αμφιλοχικό Άργος (Αμφιλοχία), πόλη που έμελλε να ακμάσει τα μετέπειτα χρόνια.

Ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι ολόκληρο το βόρειο τμήμα της Ακαρνανίας λεγόταν Αμφιλοχία, κέντρο δε του τμήματος αυτού ήταν το Άργος (το Αμφιλοχικό). Μετά την ίδρυση της πόλης ο Αμφίλοχος θέλησε να επιστρέψει στην πόλη Μάλλο, ο Μόψος όμως δεν τον δέχθηκε. Ο Αμφίλοχος τον προκάλεσε οργισμένος σε μονομαχία, σκοτώθηκαν όμως και οι δύο.

Ο Αμφίλοχος είχε συμμετάσχει στον πόλεμο των Επιγόνων κατά των Θηβών, κατά παρότρυνση της μητέρας του Εριφύλης, η οποία και δωροδόκησε με το περιδέραιο της Αρμονίας.

Αμφίλοχος και Αλκμαίων σκότωσαν μετά τη μητέρα τους, υπακούοντας σ’ αυτό που ο πατέρας τους Αμφιάραος τους είχε πει. Κατ’ άλλην εκδοχή ήταν ο Απόλλων που έπεισε τα αδέλφια να τιμωρήσουν την Εριφύλη για την απιστία της στον σύζυγό της και τους ίδιους.

Αμφίλοχος, σύμφωνα με τον Ευριπίδη, ονομάστηκε και ένας γιος του Αλκμαίωνος απ’ την Μαντώ, την κόρη του Τειρεσία. Η Μαντώ είχε αφιερωθεί στη λατρεία του Απόλλωνος και απ’ την ένωσή της μαζί του, γέννησε τον Μόψο. Αλκμαίων και Μαντώ γέννησαν επίσης την Τισιφόνη. Τα δύο αυτά παιδιά, νήπια ακόμη ο Αλκμαίων τα πήγε στην Κόρινθο και τα παρέδωσε στον βασιλιά Κρέοντα να τ’ αναθρέψει. Η Τισιφόνη όμως όσο μεγάλωνε αποκτούσε επικίνδυνη ομορφιά και η γυναίκα του Κρέοντος από φόβο μήπως ξελογιάσει τον άντρα της, την πούλησε δούλη.

Η μοίρα όμως είχε τα δικά της σχέδια: Την αγόρασε ο ίδιος ο Αλκμαίων, χωρίς να ξέρει ότι είναι η κόρη του… Και συνέβη μάλιστα αυτό, όταν επέστρεφε στην Κόρινθο για να πάρει πίσω τα παιδιά του.

Φώτης Μπερίκος 

Από το βιβλίο “Αιτωλία και Ακαρνανία: Εν αρχή ην ο Μύθος”