Έξοχα έργα μουσικής δωματίου ηχογραφούνται για πρώτη φορά

­Ο Γκεόργκι Κατουάρ αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση ανάμεσα στους συνθέτες που έζησαν και δημιούργησαν στο τέλος του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού, τότε που στην Ευρώπη ένας ολόκληρος κόσμος κατέρρεε, δίνοντας τη θέση του σε έναν νέο και αρκετά διαφορετικό.

  • Γαλλικών καταβολών, ο Κατουάρ γεννήθηκε στη Μόσχα το 1861. Ξεκίνησε μαθήματα πιάνου και αρμονίας στο Βερολίνο πλάι στον συνθέτη, βιολιστή, πιανίστα, αρχιμουσικό αλλά και εκδότη Καρλ Κλίντβορτ, ο οποίος υπήρξε φίλος του Ρίχαρντ Βάγκνερ.

Μέσα από τη γνωριμία αυτή ο Κατουάρ ήρθε σε επαφή με τη μουσική του συνθέτη του «Τριστάνου». Μάλιστα, υπήρξε ένας από τους λίγους Ρώσους μουσουργούς που έγιναν μέλη της Εταιρείας Βάγκνερ (1879) και επισκέφθηκε το φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ (1885). Παράλληλα, φοιτούσε στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας, όπου το 1884 ολοκλήρωσε σπουδές μαθηματικών.

Το 1886, στη Μόσχα, ο Τσαϊκόφσκι άκουσε το πρώτο του Κουαρτέτο εγχόρδων, σε βραδιά που οργανώθηκε από σημαντικό μουσικό εκδότη. Ο διάσημος συνθέτης έγραψε στον αδερφό του με ενθουσιασμό για το πρωτόλειο και σημείωσε κάποια σχόλια στην τελευταία σελίδα του αργού μέρους, ενός «αντάντε». Ο ίδιος ο Κατουάρ είχε διαφορετική άποψη και κατέστρεψε το Κουαρτέτο αυτό. Κράτησε μόνο το χειρόγραφο του «Αντάντε», καθώς πιθανότατα δεν άντεχε να πετάξει τα λόγια του Τσαϊκόφσκι. Συνέθεσε ένα νέο Κουαρτέτο (έργο 4), που, όπως και το «αντάντε», δεν εκδόθηκε ποτέ.

Μάλιστα, το χειρόγραφο μοιάζει να έχει χαθεί. Ομως, ο συνθέτης είχε ξαναδουλέψει το έργο και το είχε μετέτρεψε σε Κουιντέτο, προσθέτοντας ένα δεύτερο τσέλο. Το Κουιντέτο αυτό και το «αντάντε» ανακαλύφθηκαν πρόσφατα και ηχογραφήθηκαν για πρώτη φορά στο πλαίσιο της παρoύσας δισκογραφικής έκδοσης από το Σύνολο Κατουάρ (Challenge Classics CC72792).

Ο Κατουάρ συνέθεσε ακόμα έργο μουσικής δωματίου, το Τρίο έργο 14, ανάμεσα στα έτη 1899 και 1902, δηλαδή αρκετά χρόνια αργότερα. Το έργο είναι χαρακτηριστικό της ιδιαίτερης μουσικής φυσιογνωμίας του συνθέτη, που συνενώνει δημιουργικά τη ρωσική ψυχή, τη γερμανική μουσική παράδοση και τη γαλλική αισθητική: μια μουσική που δεν μπορεί να μπει κάτω από μια ταμπέλα. Ταυτόχρονα, ως προς την αισθητική, είναι χαρακτηριστική της ύστερης ρομαντικής περιόδου.

Τα δύο τελευταία έργα του δίσκου που κυκλοφόρησε πρόσφατα γράφτηκαν ανάμεσα στα έτη 1924-1926, δηλαδή μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, μετά τον θάνατο της γυναίκας του συνθέτη και την οριστική αναχώρηση του γιου του από τη Ρωσία. Πρόκειται για δύο πιανιστικά «Ποιήματα», δυο σύντομους μουσικούς μονολόγους, που ανακαλύφθηκαν και εκδόθηκαν μετά τον θάνατο του συνθέτη.

Ολα τα έργα ερμηνεύει το Σύνολο Κατουάρ, στο επίκεντρο του οποίου βρίσκεται η πιανίστρια Αννα Ζασίμοβα. Η ακρίβεια των ερμηνειών, ο έντονος διάλογος ανάμεσα στους μουσικούς, οι ευφυείς εναλλαγές δυναμικής είναι μονάχα μερικά από τα στοιχεία που χαρίζουν μουσικότητα στις φράσεις και αναδεικνύουν την ποιότητα της γραφής. Πρόκειται για έργα που αξίζει να μετακινηθούν από την περιφέρεια σε πιο κεντρικές θέσεις του παγκόσμιου ρεπερτορίου της μουσικής δωματίου.

Νίκος Α. Δοντας

kathimerini.gr